Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Η ελληνική ιδιαιτερότητα




       
Οταν τα λεγόμενα «δυναμικά» στοιχεία της αγοράς, απελευθερωμένα από κανόνες και άλλες ενοχλητικές παρεμβάσεις του κράτους, επιδόθηκαν σε ένα όργιο απληστίας και συχνά παρανομίας με τα γνωστά αποτελέσματα, εμείς, ως έθνος ανάδελφον, επιλέξαμε τον δικό μας δρόμο προς την καταστροφή: τα δανεικά που παίρναμε για να καλοπερνάμε
 
Του Γιώργου Γιαννουλόπουλου

Τ
ελικά μάλλον δικαιώθηκαν όσοι έλεγαν ότι εμείς οι Ελληνες δεν μοιάζουμε με κανένα άλλο λαό επί της Γης, έχουμε κάτι ιδιαίτερο, ανεπανάληπτο. Μόνο που δεν ήταν αυτό που φαντάζονταν. Δεν ήταν δηλαδή το «δαιμόνιο της φυλής», αλλά ένα απλό γεγονός: όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη και την Αμερική, τα λεγόμενα «δυναμικά» στοιχεία της αγοράς, απελευθερωμένα από κανόνες και άλλες ενοχλητικές παρεμβάσεις του κράτους, επιδόθηκαν σε ένα όργιο απληστίας και συχνά παρανομίας με τα γνωστά αποτελέσματα, εμείς, ως έθνος ανάδελφον, επιλέξαμε τον δικό μας δρόμο προς την καταστροφή: τα δανεικά που παίρναμε για να καλοπερνάμε –διότι είμαστε άρχοντες!– στέρεψαν. Κι ενώ εκτός Ελλάδας ο ληστρικός καπιταλισμός απεκάλυπτε το δύσμορφο πρόσωπό του, στη γαλανή πατρίδα μας συνέβη το ίδιο με το σπάταλο και διεφθαρμένο κράτος.

Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει αυτή την «αφήγηση», για να χρησιμοποιήσω την επιστημονική ορολογία. Τίθεται όμως το εξής ερώτημα: γιατί δεν μας προβληματίζει, γιατί δεν την περιλαμβάνουμε στις εμβριθείς αναλύσεις μας, γιατί την αποδεχόμαστε μεν ως γεγονός, αλλά ταυτόχρονα την αγνοούμε;

Μια απάντηση θα ήταν ότι περιπλέκει τα πράγματα, επειδή απαιτεί μια σκέψη λιγότερο προκάτ και περισσότερο εύκαμπτη. Κάτι που δεν ταιριάζει με τη πολιτική μας κουλτούρα των συγκρουσιακών και μεγαλόφωνων απλουστεύσεων σε ένα κλίμα υστερίας που μάθαμε να ταυτίζουμε με τη μαχητικότητα. Πάνω απ’ όλα, όμως, διευκολύνει την ιδεολογική ρητορεία, επειδή μας δίνει τη δυνατότητα να απαγκιστρώσουμε κάποια φαινόμενα από τα πραγματικά τους συμφραζόμενα και να τα μεταφέρουμε λαθραία εκεί όπου δεν ισχύουν για να αποκομίσουμε προσωπικά ή κομματικά οφέλη. Ενα παράδειγμα: όποιος θέλει να μη θιγούν τα συντεχνιακά του προνόμια καταγγέλλει το νεοφιλελευθερισμό, όπως λειτούργησε εκτός Ελλάδας, και ως προς το δεύτερο έχει δίκιο· κι όποιος ασπάζεται το δόγμα ότι η ελεύθερη αγορά θα μας σώσει, ξεχνάει τι έγινε στο εξωτερικό και μιλάει μόνο για το διεφθαρμένο Δημόσιο στην Ελλάδα, και ως προς το δεύτερο επίσης έχει δίκιο. Αμφότερες μισές αλήθειες, δηλαδή, που γίνονται πειστικά ψέματα επειδή όντως αποκαλύπτουν τη μισή πραγματικότητα, με απώτερο στόχο όμως να αποκρύψουν τεχνηέντως την άλλη μισή, που δεν συμφέρει τον ρητορεύοντα.

Αυτού του είδους οι επιλεκτικές αναγνώσεις –αναδεικνύω μόνο ό,τι με βολεύει και κάνω πώς δεν βλέπω ό,τι δεν μου πάει– θολώνουν τα νερά και ενθαρρύνουν τις ιδεολογικές ταχυδακτυλουργίες και κουτοπονηριές. Ενα πολύ πρόσφατο παράδειγμα ήταν η δίκη για τους νεκρούς της Marfin: μερικοί επικρότησαν την καταδίκη στελεχών της τράπεζας, στους οποίους ορθώς καταλογίστηκε η απουσία μέτρων πυρασφάλειας στο κτίριο. Φρόντισαν όμως να ξεχάσουν ότι κάποιοι έριξαν τις μολότοφ, ή μάλλον δεν ενοχλήθηκαν αρκετά από το γεγονός ότι παραμένουν ασύλληπτοι για να το θυμηθούν. Θα σταθώ και σε κάτι άλλο: συμβαίνει να πιστεύω, καλώς ή κακώς, ότι το Δημόσιο στη χώρα μας νοσεί βαρύτατα και η επιβεβλημένη θεραπεία του θα πλήξει πολλούς. Ως γνωστό, το ίδιο λένε κι εκείνοι που ψήφισαν τη «Δράση» του Μάνου. Μου κάνει εντύπωση ότι οι άνθρωποι αυτοί θεωρούν ότι είμαστε αδέλφια, ή τουλάχιστον ξαδέλφια. Δηλαδή, αποστρέφουν το βλέμμα τους από την άβυσσο που χωρίζει όσους θέλουν να ιδιωτικοποιήσουν το Δημόσιο από όσους θέλουν να το εξυγιάνουν και να το κάνουν πραγματικά δημόσιο.

Κι επειδή οι περί ων ο λόγος έχουν ξεσπαθώσει με πολύ μένος κατά της ΔΗΜΑΡ, στην οποία προσάπτουν την αυτομολία από το «φιλελεύθερο» εγχείρημα, δυο λόγια γι’ αυτή την πονεμένη υπόθεση. Δεν ξέρω πώς θα καταγραφεί η ΔΗΜΑΡ στην Ιστορία. Επίσης αδυνατώ να αντικρούσω με στοιχεία όσα ακούγονται εξ αριστερών για ιδιοτελείς ελιγμούς και άλλα απαξιωτικά, εφόσον δεν έχω πρόσβαση στις προθέσεις των άλλων. (Οπως επίσης δεν έχουν εκείνοι που διακινούν τέτοιους χαρακτηρισμούς.)

Οσα λάθη και να έγιναν όμως –και σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνω ούτε τη συμμετοχή αλλά ούτε και την αποχώρηση από την κυβέρνηση– για μένα η ΔΗΜΑΡ ήταν και πρέπει να συνεχίσει να είναι μια συμβολική χειρονομία. Μια χειρονομία, η οποία μας καλεί να εγκαταλείψουμε τη θαλπωρή της φανατισμένης απλούστευσης.
 

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Πρόταση της Δημοκρατικής Αριστεράς αναφορικά με τους οφειλέτες προς τον ΟΑΕΕ-προσχέδιο






Η παρατεταμένη ύφεση έχει δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση στο ασφαλιστικό σύστημα του οποίου τα έσοδα μειώθηκαν ως αποτέλεσμα της μείωσης της απασχόλησης και της κρατικής ενίσχυσης ενώ, ταυτόχρονα, οι ανάγκες χρηματοδότησης πολλαπλασιάστηκαν. Ειδικά στην περίπτωση του ΟΑΕΕ η παρατεταμένη ύφεση ανέδειξε με ανάγλυφο τρόπο όχι μόνο τα γνωστά από το παρελθόν ζητήματα ελλιπούς οργάνωσης (απλοποίηση διαδικασιών, μηχανοργάνωση κλπ) αλλά και τα διαθρωτικά προβλήματα που διέπουν τη βάση πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί ο Οργανισμός.
Ειδικότερα, η κλιμάκωση των εισφορών με αποκλειστικό κριτήριο το χρόνο ασφάλισης αναδείχτηκε σε βασική αιτία της αδυναμίας προσαρμογής του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών στην οικονομική συγκυρία. Το σύστημα των ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΑΕΕ είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο που αδυνατεί να ενσωματώσει τις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου, πόσο μάλλον τις επιπτώσεις μιας βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης. Έτσι, μικροκαταστηματάρχες, εργαζόμενοι με το μπλοκάκι και γενικά ένας διευρυνόμενος αριθμός ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ καλούνται να καταβάλλουν υψηλές ασφαλιστικές εισφορές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στα εισοδήματά τους.
Τα αποτελέσματα αυτής της αδυναμίας είναι ιδιαίτερα επώδυνα για τους ασφαλισμένους απειλώντας παράλληλα την ίδια την βιωσιμότητα του Οργανισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΕ, σε σύνολο 780.000 ενεργά ασφαλισμένων οι 370.000 (ποσοστό 47%) έχουν οφειλές οι οποίες δεν έχουν ρυθμιστεί. Η πλειονότητα αυτών των ασφαλισμένων –περίπου οι 285.000– οφείλουν ποσά που δεν υπερβαίνουν τα 3.300€.
Η αδυναμία ρύθμισης των παραπάνω οφειλών, και κατ’ επέκταση η μη καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, στερεί από τον Οργανισμό σε ετήσια βάση έσοδα ύψους άνω των 500.000.000 ευρώ. Αντίστοιχα, οι συνέπειες για τους ίδιους τους ασφαλισμένους είναι ιδιαίτερα επώδυνες λόγω της αδυναμίας θεώρησης του βιβλιαρίου υγείας των ίδιων και των προστατευόμενων μελών τους και της ποινικοποίησης της οφειλής και των ποινικών κυρώσεων που αυτή συνεπάγεται.
Βάσει των παραπάνω, η Δημοκρατική Αριστερά καταθέτει την παρούσα πρόταση στοχεύοντας:
  • στη διασφάλιση της πρόσβασης όλων των ασφαλισμένων του Οργανισμού στο σύστημα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ανεξαρτήτως της ενδεχόμενης οφειλής τους,
  • στην αποποινικοποίηση των οφειλών στον ΟΑΕΕ κατ’ αναλογία με ό,τι ισχύει στα υπόλοιπα Ταμεία ασφάλισης ελεύθερων επαγγελματιών (επιστημονικά επαγγέλματα),
  • στην κατ’ ουσίαν διασφάλιση των θεμελιωμένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και,
  • στην δυνατότητα μιας ρεαλιστικής τόσο για τους ασφαλισμένους, όσο και για τον Οργανισμό δυνατότητας ρύθμισης των οφειλών τους.
Ειδικότερα,
στο Άρθρο 1 καθορίζονται εισοδηματικά κριτήρια για τους δυνητικούς χρήστες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ασφαλισμένοι που θα κάνουν χρήση των προνομιακών ρυθμίσεων που αυτή προβλέπει έχουν πραγματική αδυναμία ανταπόκρισης στις υποχρεώσεις τους η οποία προκύπτει αποκλειστικά από τις αρνητικές συνέπειες της ύφεσης και δεν είναι συνέπεια συστηματικής και μακροχρόνιας μη καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών.
Στο Άρθρο 2 καθορίζεται ανώτατο όριο συνολικής οφειλής (αρχική οφειλή + προσαυξήσεις) για το σύνολο των οφειλετών του Οργανισμού, το οποίο ορίζεται στο 50% της αρχικής οφειλής. Η πρόβλεψη αυτή είναι αναγκαία διότι οι υφιστάμενες προσαυξήσεις καταλήγουν συχνά σε ποσά τελικής οφειλής τα οποία δύναται να υπερβαίνουν το 150% της αρχικής οφειλής κάτι το οποίο καθιστά την ρύθμιση των οφειλών αδύνατη. Επίσης προβλέπεται η διαγραφή τμήματος της οφειλής.
Στο Άρθρο 3 προβλέπεται περίοδος «χάριτος» δύο ετών πριν την έναρξη καταβολής των πρώτων δόσεων της ρύθμισης. Η περίοδος αυτή δύναται να επεκταθεί για ακόμα ένα έτος αυτόματα για ασφαλισμένους που απειλούνται από τον κίνδυνο φτώχειας και για το σύνολο των ασφαλισμένων με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Στο Άρθρο 4 καθορίζονται οι συνέπειες και τα δικαιώματα των ασφαλισμένων που υπάγονται στη ρύθμιση.
Στο Άρθρο 5 καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η διαδικασία έγκρισης της αίτησης. Ο επιδιωκόμενος στόχος είναι αφενός η εξυπηρέτηση της ανάγκης ελέγχου των αιτήσεων από τις Υπηρεσίες του Οργανισμού, αφετέρου η προστασία της αξιοπρέπειας των αιτούμενων.
Με το Άρθρο 6 αποσυνδέεται η θεώρηση του βιβλιαρίου Υγείας από ενδεχόμενες οφειλές στον Οργανισμό και με το Άρθρο 7 αποποινικοποιούνται αυτές οι οφειλές.
Με το Άρθρο 8 προσφέρονται ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους ασφαλισμένους που κινδυνεύουν από φτώχεια μέσω της περαιτέρω μείωσης του ύψους των εισφορών, δίνονται κίνητρα για την δημιουργία νέων μικρών επιχειρήσεων.
Τέλος στο Άρθρο 9 διασφαλίζεται η δυνατότητα συνταξιοδότησης εκείνων των ασφαλισμένων που έχουν θεμελιώσει σχετικό δικαίωμα βάσει των πραγματικά καταβληθεισών εισφορών ανεξαρτήτως του ύψους ενδεχόμενης οφειλής προς τον Οργανισμό.

Η αναλυτική πρόταση
Άρθρο 1 - Δικαιούχοι
Α. Στην παρούσα ρύθμιση δύναται να υπαχθούν ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ που πληρούν τις παρακάτω προϋποθέσεις:
(α) η αρχική τους οφειλή δεν υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ για κάθε προστατευόμενο μέλος.
(β) Το συνολικό ατομικό φορολογητέο εισόδημα που διαθέτουν δεν υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 2.000 ευρώ για κάθε προστατευόμενο μέλος καθώς και για ασφαλισμένους με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%.
(γ) Επίσης δικαίωμα υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν και όσοι ασφαλισμένοι έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών βάσει του Ν. 4152/2013 και οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος.
Β. Ασφαλισμένοι στον ΟΑΕΕ, με μεγαλύτερη αρχική οφειλή δύνανται να καταβάλουν στον Οργανισμό το υπερβάλλον ποσό εφάπαξ και κατόπιν να υπαχθούν στην ρύθμιση.
Άρθρο 2 – Ποσό οφειλής
Α. Το σύνολο της οφειλής (αρχική οφειλή συν προσαυξήσεις) δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% της αρχικής οφειλής. Στην περίπτωση υπέρβασης το υπερβάλλον ποσό διαγράφεται. Εάν ήδη έχει καταβληθεί υπερβάλλον ποσό, μέσω υπαγωγής σε προγενέστερες ρυθμίσεις, αυτό συμψηφίζεται με μελλοντικές εισφορές.
Β. Επίσης διαγράφεται το ποσό της οφειλής και των προσαυξήσεων αυτής που αντιστοιχεί στις εισφορές υπέρ του κλάδου Υγείας για το διάστημα κατά το οποίο ο ασφαλισμένος δεν διέθετε θεωρημένο βιβλιάριο Υγείας ως αποτέλεσμα δυνητικών οφειλών προς τον Οργανισμό.
Άρθρο 3 – Διαδικασία εξόφλησης
Α. Η αποπληρωμή τη οφειλής λαμβάνει χώρα με την μορφή διμηνιαίων χρηματικών δόσεων, με την πρώτη δόση να καταβάλλεται την 28η Φεβρουαρίου 2015. Ο αριθμός των δόσεων θα καθοριστεί με Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπολείπεται του αριθμού των δόσεων άλλων αντίστοιχων ρυθμίσεων.
Β. Ο χρόνος καταβολής της πρώτης δόσης μπορεί να μετατεθεί κατά 12 μήνες εάν το φορολογητέο εισόδημα του ασφαλισμένου κατά την προηγούμενη διετία δεν υπερβαίνει το 20% του κατωφλιού της φτώχειας (κατ’ έτος), όπως αυτό ορίζεται κάθε φορά από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. Σε κάθε περίπτωση, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων έχει τη δυνατότητα επέκτασης του χρόνου καταβολής της πρώτης δόσης κατά 12 μήνες για το σύνολο των ασφαλισμένων που θα ενταχθούν στην ρύθμιση, αξιολογώντας την κατάσταση της Εθνικής Οικονομίας και του Οργανισμού. Τυχόν ανάλογη απόφαση επεκτείνει αυτόματα και το σχετικό δικαίωμα των ασφαλισμένων που κατά τα δύο τελευταία έτη έχουν εισόδημα έως και 20% άνω το κατωφλιού της φτώχειας.
Άρθρο 4 – Συνέπειες υπαγωγής
Α. Όσοι οφειλέτες υπάγονται στην ρύθμιση, καθίστανται αυτομάτως ασφαλιστικά ενήμεροι. Η ασφαλιστική ενημερότητα παράσχεται αυτομάτως έως την έναρξη των αποπληρωμών και εν συνεχεία ανανεώνεται σύμφωνα με την πρόοδο αυτών. Προϋπόθεση για την ισχύ της ρύθμισης είναι η ανελλιπής καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών από τη ρύθμιση και εφεξής.
Β. Με την υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση:
(α) αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεση της διακόπτεται,
(β) αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων εφόσον πληρωθεί η πρώτη δόση. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται,
(γ) αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών,
(δ) χορηγείται στους οφειλέτες μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής, χωρίς παρακράτηση.
Άρθρο 5 – Δικαιολογητικά
Α. Για την υπαγωγή σε ρύθμιση απαιτείται η κατάθεση των φορολογικών δηλώσεων για όλα τα έτη έως του έτους κατάθεσης των δικαιολογητικών με αφετηρία το έτος όπου υπήρξε έναρξη των οφειλών.
Β. Η αίτηση κατατίθεται στο τοπικό κατάστημα του ΟΑΕΕ το οποίο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας και όχι σκοπιμότητας των ανωτέρω αιτήσεων. Η έγκριση όσων αιτήσεων πληρούν τις προϋποθέσεις είναι αυτόματη.
Άρθρο 6 – Διασφάλιση πρόσβασης σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
Α. Μέχρι την 1/1/2016, η θεώρηση του βιβλιαρίου Υγείας του ασφαλισμένου και των συνδεδεμένων προσώπων αυτού/ης αποσυνδέεται από ενδεχόμενες οφειλές προς τον Οργανισμό.
Β. Έξι μήνες πριν την λήξη της ρύθμισης (1/7/2015) η Βουλή των Ελλήνων, αξιολογώντας της κατάσταση της Εθνικής Οικονομίας, του Οργανισμού και του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας αξιολογεί την αναγκαιότητα επέκτασης της ρύθμισης κατά ακόμα δύο έτη.
Άρθρο 7 – Αποποινικοποίηση των οφειλών προς τον ΟΑΕΕ
Αίρεται η ποινικοποίηση της μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΑΕΕ.
Άρθρο 8 – Ρυθμίσεις για την διευκόλυνση των νέων επαγγελματιών και των ελεύθερων επαγγελματιών σε εξαιρετικά δυσχερή θέση.
Α. Ασφαλισμένοι με φορολογητέο ατομικό εισόδημα έως και 20% άνω του κατωφλιού της φτώχειας έχουν το δικαίωμα υπαγωγής σε ασφαλιστική κλίμακα έως και τρία επίπεδα χαμηλότερη από την υφιστάμενη για διάστημα δύο ετών. Εάν οι εν λόγω ασφαλισμένοι βρίσκονται έως και την τρίτη ασφαλιστική κατηγορία τότε δικαιούνται περαιτέρω έκπτωση επί της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας ίση με 20%.
Β. Από την έκδοση του παρόντος και έως την 1/1/2016 επαγγελματίες που πραγματοποιούν για πρώτη φορά έναρξη επαγγέλματος και εντάσσονται στην πρώτη κλίμακα ασφαλιστικών εισφορών καταβάλουν εισφορές μειωμένες κατά 20%.
Άρθρο 9 – Διασφάλιση δικαιώματος συνταξιοδότησης

Α. Ασφαλισμένοι άνω των 64 ετών οι οποίοι έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα βάσει των κείμενων διατάξεων αναφορικά με τα έτη εργασίας και των πραγματικά καταβληθέντων εισφορών δύναται να συνταξιοδοτηθούν άμεσα με συντάξιμες αποδοχές που αντιστοιχούν σε αυτά τα έτη και τις καταβληθείσες εισφορές.

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Κοινή ανακοίνωση των 5 Δημάρχων







Κοινή ανακοίνωση στην οποία εναντιώνονται στις απολύσεις σχολικών φυλάκων και δημοτικής αστυνομίας, εξέδωσαν οι: Γιώργος Καμίνης, δήμαρχος Αθηναίων, Γιάννης Μπουτάρης, δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Δημαράς, δήμαρχος Πατρέων, Πάνος Σκοτινιώτης, δήμαρχος Βόλου και Φίλιππος Φίλιος, δήμαρχος Ιωαννιτών.

Οι πέντε δήμαρχοι εκφράζουν την ανησυχία τους για την «επίθεση» που όπως αναφέρουν δέχεται η Τοπική Αυτοδιοίκηση από την κεντρική εξουσία, ασκούν κριτική στην «ακραία εκδοχή του συνδικαλισμού, που μετέρχεται τη βία και τον τσαμπουκά» και δηλώνουν πως αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες «ώστε να συμβάλουν στην αντιμετώπιση κρίσιμων προβλημάτων των πόλεων, με προτεραιότητα αυτά της κοινωνικής πολιτικής, της βελτίωσης της παροχής υπηρεσιών προς τον πολίτη και των νέων εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης των δήμων».

Ολόκληρη η ανακοίνωση, με τίτλο «Μεταρρύθμιση στην Αυτοδιοίκηση τώρα» είναι η εξής:

Tην ώρα που τα προβλήματα της καθημερινής λειτουργίας των πόλεων πολλαπλασιάζονται και γίνονται πιο σύνθετα, ο σύγχρονος διεθνής τρόπος διακυβέρνησης και πολιτικής αντιπροσώπευσης υποδεικνύει την ενδυνάμωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Με περισσότερες αρμοδιότητες, πόρους και μεγαλύτερη αυτονομία. Κυρίως, γιατί η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ο εγγύτερος, ο πιο προσβάσιμος και ο αποτελεσματικότερος θεσμός για τον πολίτη και τα προβλήματά του.

Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει στη χώρα μας, με τελευταίο παράδειγμα την απόφαση για την κατάργηση υπηρεσιών και την απόλυση εργαζομένων (δημοτική αστυνομία, σχολικοί φύλακες), που θίγει τον σκληρό πυρήνα των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων των Δήμων και προσδίδει νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά στην επίθεση που δέχεται η Τοπική Αυτοδιοίκηση από την κυβέρνηση. Ο τρόπος αντιμετώπισης των Δήμων και των Δημάρχων από την κεντρική εκτελεστική εξουσία αποτελεί συντηρητική αναδίπλωση και γεννά έντονες ανησυχίες για τις επιδιώξεις και τους στόχους της.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση αντιμετωπίζεται σαν επαίτης, σαν φτωχός συγγενής του Κεντρικού Κράτους, το οποίο αυθαίρετα και αιφνιδιαστικά, χωρίς κανένα σχέδιο, υφαρπάζει αρμοδιότητες, αφαιρεί πόρους, απολύει εργαζόμενους. Το Κράτος αμφισβητεί απροκάλυπτα την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως θεσμό δημόσιας τοπικής εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, ανθεί ο λαϊκισμός και η αντιμεταρρυθμιστική στάση πολιτικών δυνάμεων που χαϊδεύουν αυτιά και ενώ κόπτονται υπέρ των μεταρρυθμίσεων, στην πραγματικότητα δεν τις θέλουν και βάζουν φραγμούς σε οποιαδήποτε αλλαγή. Είναι οι κήρυκες της στασιμότητας.

Όμως, και η Τοπική Αυτοδιοίκηση και οι εκπρόσωποί της δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Συχνά οι ΟΤΑ ενεπλάκησαν σε σχέσεις πολιτικής πατρωνείας, πελατειασμού και κομματικής ιδιοτέλειας.

Απότοκο αυτών των σχέσεων είναι και μια ακραία εκδοχή συνδικαλισμού, που μετέρχεται τη βία και τον τσαμπουκά και ενθαρρύνεται από ένα τμήμα της ηγεσίας του, που επιχειρεί και αυτή να διαιωνίσει την ακινησία προκειμένου να διατηρήσει τα μικροσυμφέροντα μιας μικρής μερίδας σε βάρος των πολλών εργαζομένων και του κοινωνικού συνόλου γενικότερα.

Τώρα και όχι αργότερα, σήμερα και όχι αύριο, πρέπει με σύνεση, υπευθυνότητα, σχεδιασμό και αγωνιστικότητα να αντιμετωπίσουμε την εχθρική και απαξιωτική στάση της κυβέρνησης, αλλά και τη λαϊκιστική, αντι-μεταρρυθμιστική ακινησία στον οικείο για μας χώρο της αυτοδιοίκησης.

Τώρα είναι η ώρα, για τη δημιουργία ενός τολμηρού μεταρρυθμιστικού σχεδίου για την Τοπική Αυτοδιοίκηση προς όφελος των πολιτών, των εργαζομένων, της ίδιας της λειτουργίας των πόλεων και της χώρας μας. Ένα τέτοιο σχέδιο, που θα αποκαθιστά θεσμικά την αξιοπρέπεια και την αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης, αποτελεί προϋπόθεση για την επανεκκίνηση της οικονομίας σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών.

Προς αυτή την κατεύθυνση πυκνώνουμε τις επαφές και τις επεξεργασίες μας, αναλαμβάνουμε αμέσως πρωτοβουλίες ώστε να συμβάλουμε με ολοκληρωμένες προτάσεις στην αντιμετώπιση κρίσιμων προβλημάτων των πόλεών μας, με προτεραιότητα αυτά της κοινωνικής πολιτικής, της βελτίωσης της παροχής υπηρεσιών προς τον πολίτη και των νέων εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης των δήμων».

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Συνδιάσκεψη των οργανώσεων της Δημοκρατικής Αριστεράς της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης







ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Την ΠΕΜΠΤΗ 18/7/2013 στο Ξενοδοχείο Chris and Eve της Κομοτηνής, θα γίνει συνδιάσκεψη των περιφερειακών οργανώσεων της Δημοκρατικής Αριστεράς, στην οποία θα παρευρεθεί και το μέλος της Ε.Ε. του Κόμματος ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΣΩΚΡΑΤΗΣ.

Στις 6 μ.μ.θα δοθεί συνέντευξη τύπου στα τοπικά ΜΜΕ από τον Δ. Χατζησωκράτη.

Στις 7 μ.μ. θα γίνει η κύρια εκδήλωση,στην οποία θα αναλυθούν οι τελευταίες εξελίξεις και θα ακολουθήσει συζήτηση.

Κατόπιν αυτών θα γίνει εκλογή του νέου Γραφείου Συντονισμού των περιφερειακών οργανώσεων της Δημοκρατικής Αριστεράς.




Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Η Κινητικότητα, ένα νεογέννητο, έκθετο πολιτικά, που στραγγαλίζεται από την Τρόικα


Του Αντώνη Μανιτάκη
Περίληψη. Το παρόν κείμενο γράφτηκε, πρώτον, για να δείξει την διαρθρωτική σημασία και τον σύνθετο διοικητικό σχεδιασμό του θεσμού της Κινητικότητας, που με προσοχή και σύστημα για να προληφθούν λάθη και αποφευχθούν εντάσεις ετοιμάστηκε από το Υπουργείο. Και δεύτερον, για να φανερώσει τον αποσυνθετικό ρόλο, που έπαιξε και παίζει, στην υλοποίηση της μεταρρυθμιστικής αυτής δράσης η Τρόικα. H πρόθεση της Τρόικας να αναγάγει, πριν λίγες εβδομάδες, ξαφνικά και άνευ διαρθρωτικής αιτίας ή λόγου δημοσιονομικού, την Κινητικότητα σε προαπαιτούμενη της προσεχούς δόσης ενέργεια, αναιρούσε πλήρως την λογική της καθώς και την συμφωνημένη διαδικασία της Κινητικότητας, δυναμίτιζε την πραγματοποίησή της και οδηγούσε το θεσμό εν επιγνώσει της σε πλήρη απαξίωση και αποτυχία. Εξάλλου, οι δράσεις που σχεδιάστηκαν, βιαστικά και πρόχειρα, από την Κυβέρνηση, αυτές τις μέρες, υπό τον εκβιασμό της μη καταβολής της δόσης, σε συνδυασμό με τις ασφυκτικές και ανέφικτες προθεσμίες, που μπήκαν επίτηδες από την Τρόικα για να μπορεί να εκθέτει τη χώρα ως ανίκανη και αναξιόπιστη και για να δικαιολογεί εκ των υστέρων και τις δικές της αστοχίες και εμμονές, καθιστούν το όλο εγχείρημα της κάλυψης κενών θέσεων ή αναγκών από πλεονάζον προσωπικό σε διάφορες υπηρεσίες παρακινδυνευμένο, αντιπαθητικό και, τελικά φοβάμαι, απραγματοποίητο .

Η Κινητικότητα μια μείζονος σημασία διαρθρωτική μεταρρύθμιση
Η Κινητικότητα των υπαλλήλων του Δημοσίου σχεδιάστηκε από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης επί τρικομματικής Κυβέρνησης, ως ένας στρατηγικής σημασίας και άμεσης προτεραιότητας στόχος, ο δεύτερος μετά τη ριζική αναδιάρθρωση των δομών στα Υπουργεία και σε όλο το Δημόσιο με βάση εκθέσεις αξιολόγησης των διοικητικών μονάδων τους.
Πρόκειται για μια ειδική διαδικασία μετάταξης των δημοσίων υπαλλήλων, που συνδυάζει στοιχεία τόσο αναγκαστικής όσο και εθελούσιας μετακίνησής τους, και προορίζεται να καθιερωθεί ως ένας μόνιμος θεσμός του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου – καθώς έχει ήδη εισαχθεί με τον ν. 4093/2012, πατώντας πάνω στην έννοια του «κρατικού υπαλλήλου» και διευρύνοντάς την. Η Κινητικότητα είναι μια διαρθρωτικού χαρακτήρα μεταρρύθμιση και όχι ένα στιγμιαίο, συγκυριακό μέτρο. Και πάντως δεν επιβλήθηκε από την Τρόικα, η οποία από την αρχή την καταπολέμησε και την είδε μόνο ως πηγή και διαδικασία απολύσεων.
Ο σκοπός της ήταν διπλός: ο ένας ήταν διαρκής, διαρθρωτικός και αποσκοπούσε στην ορθολογική ανακατανομή ενός διαχρονικά ανορθολογικά κατανεμημένου προσωπικού σε δημόσιες υπηρεσίες ανά τη χώρα. Ο άλλος άμεσος και επείγων: η άμεση κάλυψη κενών θέσεων και αναγκών κατά προτεραιότητα σε υπηρεσίες κοινωνικές και εξυπηρέτησης του πολίτη, καθώς και η κάλυψη αναγκών σε υπηρεσίες που είχαν μεγάλα κενά από τις αθρόες συνταξιοδοτήσεις τα τελευταία χρόνια. Οι δύο αυτοί λόγοι, συνδυασμένοι με την πολιτική του περιορισμού των προσλήψεων, έκαναν και κάνουν επιτακτική την ανάγκη μακροπρόθεσμου προγραμματισμού κάλυψης των κενών στις δημόσιες υπηρεσίες, με τη μετακίνηση προσωπικού από τις υπηρεσίες που αποδεδειγμένα πλεονάζει.
Με την κινητικότητα σχεδιάζεται να μετακινηθούν υπάλληλοι από υπηρεσίες, όπου διαπιστώνεται αντικειμενικά μετά από εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια στελέχωσής τους ότι υπάρχουν πλεονάζουσες θέσεις ή ειδικότητες, σε υπηρεσίες όπου είναι διαπιστωμένο ότι υπάρχουν κενές θέσεις ή επιτακτικές ανάγκες στελέχωσης προκειμένου να επιτελέσουν την αποστολή τους – ιδίως αν πρόκειται για κοινωνικές υπηρεσίες ευαίσθητες ή που προϋποθέτουν την άμεση επαφή με τον πολίτη (βλ. ασφαλιστικά ταμεία, ΚΕΠ, νοσοκομεία, αστυνομία κλπ).
Η διαπίστωση των κενών και των πλεοναζουσών θέσεων γίνεται με τρόπο επιστημονικό από εμπειρογνώμονες και στηρίζεται σε σχέδια στελέχωσης.
O κύριος σκοπός της κινητικότητας είναι άρα να εξασφαλιστεί η καλλίτερη δυνατή στελέχωση κενών θέσεων με τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση της εμπειρίας τους και των ικανοτήτων του υπάρχοντος προσωπικού. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται να επιδιώκεται διαρκώς το συνταίριασμα της εργασιακής φυσιογνωμίας του κάθε υπαλλήλου με την περιγραφή της θέσης που πρόκειται να καταλάβει και των καθηκόντων που καλείται να επιτελέσει, μετά φυσικά από μία αποτίμηση των προσόντων του από ειδική επιτροπή .
Ακριβώς για αυτό, η κινητικότητα προϋποθέτει μια συγκεκριμένη διαδικασία σχεδιασμού και αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει -και αυτό είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ- ότι πρώτα προσδιορίζονται με αντικειμενικά, με μετρήσιμα κριτήρια, οι πλεονάζουσες θέσεις, ,με τη βοήθεια σχεδίων στελέχωσης και στη συνέχεια ταυτοποιούνται το πρόσωπα που αντιστοιχούν σε αυτές. Ορίζεται δηλαδή αυτό που στη διοικητική γλώσσα λέμε «περίμετρος της αξιολόγησης» των κατηγοριών των προσώπων που αντιστοιχούν στις πλεονάζουσες θέσεις και αμέσως μετά γίνεται η αποτίμηση των προσόντων τους με άξονα το περίγραμμα της θέσης τους και της εργασιακής τους φυσιογνωμίας. Τόσο τα σχέδια στελέχωσης όλων των υπουργείων όσο και η περίμετρος και τα κριτήρια της αξιολόγησης των υπαλλήλων είχαν ολοκληρωθεί από το ΥΔΜΗΔ και σχεδιαζόταν προσεκτικά η υλοποίησή τους όταν ανέκυψε η απαίτηση της Τρόικας για εξάρτηση της δόσης από την εκπλήρωση πρώτα της μετακίνησης των 12.500 υπαλλήλων.
Εκείνο που ήταν πάντως γνωστό και πρέπει να επισημανθεί είναι ότι υπό τις παρούσες συνθήκες της εργασιακής ανασφάλειας και του διάχυτου φόβου των απολύσεων, η επιτυχής μετακίνηση ενός υπαλλήλου προϋποθέτει επί ποινή ακυρώσεως όλου του εγχειρήματος τη δημοσιοποίηση ή γνωστοποίηση των κενών θέσεων και των υπηρεσιακών αναγκών σε όλο τον δημόσιο τομέα. Αυτό προκύπτει άλλωστε και από θεμελιώδη κανόνα του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, που καθιερώνει συνταγματικό δικαίωμα μετάταξης σε κενή οργανική θέση άλλης δημόσιας υπηρεσίας (άρθρο 154 παρ.4), όταν ένας υπάλληλος χάνει τη θέση του. Η διοίκηση οφείλει όταν θέτει κάποιον υπάλληλο σε διαθεσιμότητα-κινητικότητα λόγω κατάργησής της θέσης του να του γνωρίσει τα κενά ή τις ανάγκες σε προσωπικό που έχει, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα. Οφείλει ακόμη να του προτείνει θέσεις και να του δώσει τη δυνατότητα να εκδηλώσει την προτίμησή του.
Όλα αυτά, ως πρόπλασμα, επιχειρήσαμε και πράξαμε σε ελάχιστο χρόνο στην περίπτωση της μετακίνησης των 2000 υπαλλήλων αορίστου χρόνου που συμφωνήθηκε μετά από σκληρή διαπραγμάτευση με τους δανειστές ως προαπαιτούμενη ενέργεια τον Νοέμβριο του 2012. Ήταν ένα πρώτο δείγμα γραφής, μια δοκιμή της Κινητικότητας που στέφθηκε, παρόλες τις αντιδράσεις και την ανυπαρξία σχετικής διοικητικής υποδομής, με επιτυχία σε ένα διάστημα έξη ή επτά μηνών.
Από τα προηγούμενα βγαίνει ότι η Κινητικότητα όπως σχεδιάστηκε από την Task Force και το Υπουργείο δεν αποσκοπούσε στην άμεση, μαζική και τυφλή μετακίνηση υπαλλήλων για την κάλυψη τυχάρπαστων, ακαθόριστων, χωρίς εκθέσεις αξιολόγησης και σχέδια στελέχωσης, υπηρεσιακών αναγκών. Σκοπός της είναι η άμεση και καλλίτερη δυνατή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού με βάση την πραγματική εργασιακή του φυσιογνωμία, όπου και όπως το συμφέρον της υπηρεσίας το απαιτεί.

Οι προηγούμενες διαδικαστικές προϋποθέσεις της Κινητικότητας είχαν καταγραφεί στο μνημόνιο και είχαν γνωστοποιηθεί με επιστολές και στην Τρόικα. Η μετακίνηση 25.000 υπαλλήλων ήταν μια μείζονος σημασία μεταρρυθμιστική δράση που προϋπέθετε καλή και δύσκολη διοικητική προετοιμασία και χρόνο αρκετό. Αυτό που είχε σημασία δεν ήταν να μετακινηθούν μαζικά και δια μιας 12.500 χιλιάδες υπάλληλοι, αλλά να στηθεί ένας μηχανισμός διοικητικός, μόνιμος και διαρκής ώστε να αρχίσουν να μετακινούνται σε σταθερή βάση και σταδιακά τόσες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι σε ένα περιθώριο χρόνου δύο ετών 2013/2014.
Αυτό φυσικά προϋπέθετε ότι τα αρμόδια υπουργεία και κυρίως τα Υπουργεία Παιδείας και Εσωτερικών είχαν ολοκληρώσει τα σχέδια στελέχωσης και τις εκθέσεις αξιολόγησης των δομών, έτσι ώστε να μπορούν να υπολογιστούν με τρόπο τεκμηριωμένο και επιστημονικό το πλεονάζον προσωπικό και τα κενά ή οι ανάγκες προσωπικού σε διάφορες υπηρεσίες. Τα σχέδια στελέχωσης είχαν προχωρήσει αρκετά και κάλυπταν προσωπικό της τάξεως 450.000 υπαλλήλων. Είχαν ολοκληρωθεί ακόμη τα σχέδια στελέχωσης για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και απέμενε στο Υπουργείο Παιδείας να προσδιορίσει τον ακριβή αριθμό εκπαιδευτικών κατά κατηγορίες και ειδικότητες που πλεόναζε.
Η μεγάλη όμως καθυστέρηση και θα έλεγα έλλειψη κάθε είδους προετοιμασία εντοπιζόταν στο Υπουργείο Εσωτερικών και ειδικά στους Δήμους και στις Περιφέρειες. Και αυτό διότι στους ΟΤΑ δεν είχε αρχίσει ούτε υπήρχε η πρόθεση για να αρχίσει η διαδικασία αξιολόγησης των δομών τους. Παρόλο που υπήρχε έτοιμη σχετική διεθνής συμφωνία με την Task Force και με τη Γερμανία, η απροθυμία των Δήμων να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε μορφής συνεργασία ή απόφαση για αξιολόγηση των δομών τους δεν άφηνε κανένα περιθώριο για πρόοδο στο θέμα αυτό. Πλήρης ακινησία. Τα οριζόντια μέτρα για τους Δήμους ήταν αναπόφευκτα και αναμενόμενα, αφού κανείς δεν φρόντιζε για την αξιολόγηση των δομών τους.
Από τον Ιανουάριο είχε αρχίσει, πάντως, να σχεδιάζεται προγραμματικά η κινητικότητα σε συνεργασία με τα Υπουργεία, με βάση πάντα τα σχέδια στελέχωσης όλου του δημόσιου τομέα, που καταρτίζονταν με την τεχνική συμπαράσταση της γαλλικής τεχνικής αποστολής. Ο σχεδιασμός της κινητικότητας και η ένταξη του προσωπικού σε αυτήν θα άρχιζε, μόλις περατώνονταν τα σχέδια στελέχωσης όλων των δημόσιων υπηρεσιών. Και αυτή η θεσμική και χρονική προϋπόθεση απέρρεε από το Μνημόνιο, όπου ήταν ρητά γραμμένη.


Η ιδέα της κινητικότητας παρουσιάστηκε στην Τρόικα τον Νοέμβριο του 2012, όταν ήταν ακόμη στα σπάργανα, ως αντιστάθμισμα στις αθρόες και οριζόντιες απολύσεις στο Δημόσιο, που ζητούμε επίμονα και με μανία προσωπικά ο Τόμσεν. Αλλά και ως αποφασιστικό μέσο κάλυψης επιτακτικών αναγκών και κενών από τις συνταξιοδοτήσεις.

Οι δογματικές εμμονές της Τρόικας και η «ηθική» των μονομερών διαπραγματεύσεων.
Η Τρόικα είδε από την αρχή την κινητικότητα με κακό μάτι, με καχυποψία και επιφύλαξη. Γι΄ αυτό και φρόντισε από την αρχή να υπονομεύσει την Κινητικότητα, βάζοντας στα θεμέλιά της μια νάρκη. Ζήτησε και επέβαλε ρήτρα απολύσεων, σύμφωνα με την οποία ένα «μεγάλο μέρος» των μετακινουμένων υπαλλήλων θα έπρεπε να οδηγηθεί οπωσδήποτε σε αναγκαστική αποχώρηση.
Στις ατέλειωτες διαπραγματεύσεις του Φεβρουαρίου-Μαΐου καταφέραμε μεταξύ των άλλων –μαζί με την εθελούσια έξοδο με εξαγορά πλασματικού χρόνου και με τη δυνατότητα να προσλαμβάνουμε 1 νέο και προσοντούχο υπάλληλο που έχει κριθεί από το ΑΣΕΠ για κάθε 1 υπάλληλο που θα οδηγούνταν στην έξοδο από το Δημόσιο με αναγκαστική αποχώρηση– να αποσυνδεθούν οι αναγκαστικές αποχωρήσεις από την Κινητικότητα των υπαλλήλων και τα δύο αυτά μεγέθη να κινούνται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο: 15.000 αποχωρήσεις από τη μία μεριά, 25.000 μετακινήσεις από την άλλη. Η κινητικότητα, απελευθερωμένη από το άγος των αναγκαστικών αποχωρήσεων, μπορούσε έτσι να αφιερωθεί στον βασικό σκοπό της, που ήταν η μετακίνηση-μετάταξη των υπαλλήλων, όπως το συμφέρον της υπηρεσίας και η καλλίτερη αξιοποίηση του υπάλληλου το απαιτεί, και όπως η εργασιακή του φυσιογνωμία το δικαιολογεί.
Προσηλωμένη όπως είναι στους δημοσιονομικούς στόχους και αναγκασμένη να ομιλεί και να εκφράζεται μόνο με αριθμούς, προθεσμίες και ποσοτικούς στόχους, η Τρόικα δεν ενδιαφέρθηκε ούτε κατάφερε να αξιολογήσει τη διαρθρωτική σημασία της κινητικότητας για τη διοικητική μεταρρύθμιση, πολύ περισσότερο που ήταν έργο της Task Force και όχι δικό της. Γι΄ αυτό και όταν ένα μήνα μετά τη λήξη των διαπραγματεύσεων για τη δόση του Μαΐου ξαναγύρισε και διαπίστωσε ότι ο σχεδιασμός της κινητικότητας επέβαλλε η εφαρμογή της να καθυστερήσει λίγο ακόμη έσπευσε αμέσως, από την πρώτη μέρα των διαπραγματεύσεων –αρχές Ιουνίου- να συνδέσει την άμεση επίτευξη του ποσοτικού στόχου της μετακίνησης 12.500 χιλιάδων υπαλλήλων με την καταβολή της δόσης του Ιουλίου. Ο Τόμσεν πήρε έτσι αναδρομικά και μονομερώς την εκδίκησή του και στραγγάλισε την Κινητικότητα, όταν διαπίστωσε μερικούς μήνες αργότερα, ότι την εννοούσαμε και την εφαρμόζαμε χωρίς την απειλή συλλογικών απολύσεων. ΄Εφερε έτσι την κινητικότητα αντιμέτωπη με τις απολύσεις, και το ελληνικό δημόσιο αντιμέτωπο με την παραλυσία και τη διάλυση.
Η ξαφνική αναγωγή του στόχου των 12.500 υπαλλήλων σε προαπαιτούμενη ενέργεια (prior action) καταβολής της δόσης ήταν χωρίς αμφιβολία προσχηματική: ερχόταν να καλύψει τρύπες και υστερήσεις σοβαρές στον προϋπολογισμό και «αναπάντεχα» δημοσιονομικά ελλείμματα, που δεν οφείλονταν μόνο στις αστοχίες του οικονομικού επιτελείου αλλά και στον ίδιο το σχεδιασμό του προγράμματος. Διότι πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ότι μια μεταρρυθμιστική δράση που δεν έχει καμία απολύτως δημοσιονομική επίπτωση γίνεται προϋπόθεση καταβολής δόσης; Κανένας λόγος δεν υπάρχει που να δικαιολογεί της αναγωγή της Κινητικότητας σε προαπαιτούμενη της δόσης ενέργεια, καθώς και την ανάμειξη της Τρόικας σε διαρθρωτικού χαρακτήρα μέτρα για το δημόσιο, όταν μάλιστα η Ελληνική Κυβέρνηση έχει υπογράψει με την Ομάδα δράσης για την Ελλάδα και τη Γαλλία διεθνή συμφωνία για τη Μεταρρύθμιση στο Ελληνικό Δημόσιο.
Αυτή η σκληρή διαπραγματευτική πρακτική δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Η Τρόικα προφανώς γνώριζε ότι ο στόχος της μετακίνησης 12.500 χιλιάδων υπαλλήλων μέχρι τα τέλη Ιουνίου ήταν ανέφικτος και μη ρεαλιστικός και γνώριζε ακόμη, από την ανταλλαγή των σχετικών επιστολών, ότι η κινητικότητα για να πραγματοποιηθεί προϋποθέτει εντοπισμό, μετά από εκθέσεις αξιολόγησης και σχέδια στελέχωσης, θέσεων που πλεονάζουν, κατάργηση αυτών των θέσεων και ταυτοποίηση των υπαλλήλων που αντιστοιχούν στις θέσεις για να μπούν στο σχήμα της κινητικότητας. Τέλος η μετακίνηση των υπαλλήλων και η θέση αυτών στο σχήμα της κινητικότητας προϋποθέτει, ακόμη, όπως είπαμε, ήδη, τον εντοπισμό των κενών θέσεων και την καταγραφή των αναγκών προς κάλυψη. Διαφορετικά η θέση των υπαλλήλων σε διαθεσιμότητα ισοδυναμεί με προαναγγελία απολύσεων. Κινητικότητα με το φόβητρο της απόλυσης, χωρίς καμία εγγύηση μετάταξης και με την υπηρεσιακή αβεβαιότητα της διαθεσιμότητας, μόνο φόβο και καχυποψία δημιουργεί και προκαλεί στάση αρνητική και απόρριψη.
Ζητώντας να γίνουν σε λίγες μόνον εβδομάδες χιλιάδες μετακινήσεις, χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση δομών και σχέδια στελέχωσης, χωρίς περιγράμματα θέσεων και αποτίμηση προσόντων και χωρίς προηγούμενο εντοπισμό και γνωστοποίηση στους μετακινούμενους των κενών θέσεων και αναγκών που πρόκειται να καλύψουν, η Τρόικα ζητά στην πραγματικότητα κάτι το ανεκπλήρωτο ή παρανοϊκό: να μεταφερθούν με νόμο, μαζικά, χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, σε τρείς μήνες, μέσα στο καλοκαίρι, χωρίς να το γνωρίζουν και χωρίς να το θέλουν, μόνο και μόνο γιατί γράφτηκε στο μνημόνιο ένας ποσοτικός στόχος και γιατί δεν τηρήθηκε από τους εκπροσώπους των οφειλετών η προγραμματισμένη ημέρα (!) μετακίνησής τους, λες και πρόκειται να μεταφερθούν μουλάρια ή ντομάτες και πατάτες σε σακιά .
Η Τρόικα συνηθίζει να θέτει ποσοτικούς στόχους στην ελληνική Κυβέρνηση που γνωρίζει ότι είναι ανέφικτοι ή ανεκπλήρωτοι, μόνο και μόνο για να μπορεί να εκβιάζει και επιρρίπτει τις ευθύνες της μη εκπλήρωσης τους στην αναξιοπιστία και ανικανότητα ή αβουλία για μεταρρυθμίσεις των ελληνικών αρχών και βέβαια για να δικαιολογεί τα δικά της προγραμματικά λάθη, αδιαφορώντας για τις διαρθρωτικές αλλαγές στο δημόσιο και για την κατάληξή τους.
Αυτό που κατάλαβα μετά από ένα χρόνο διαπραγματεύσεων με την Τρόικα είναι ότι δεν την ενδιαφέρουν τόσο οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όσο η άμεση πραγμάτωση των ποσοτικών στόχων του δημοσιονομικού προγράμματός της. Αδιαφορεί για την πραγματοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών που απαιτούν χρόνο και συστηματική προσπάθεια. Απαιτώντας την επίτευξη πάση θυσία στόχων ποσοτικών, σε πιεστικές προθεσμίες, ωθεί και εξαναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση στη λήψη μέτρων βιαστικών, αμελέτητων και τελικά ανεφάρμοστων. Οδηγεί το δημόσιο σε παράλυση και διάλυση και ακυρώνει εξ αποτελέσματος κάθε σοβαρή μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Καταπολεμώντας βίαια την υπαρκτή και αναντίρρητη διαχρονική φαυλότητα, εκτρέφει τον αυταρχισμό και τελικά την κοινωνική αντίδραση στις μεταρρυθμίσεις. Διαιωνίζει έτσι το δίλημμα αυταρχισμός ή φαυλότητα. Αδιαφορώντας πλήρως για τη δημοκρατική ομαλότητα και την κοινωνική ειρήνη στη χώρα, και βέβαια για τα ατέλειωτα βάσανα του ελληνικού λαού, που εξαιτίας της δεν παίρνουν τέλος, η Τρόικα εκτρέφει συνειδητά με τις ανέφικτες και μη ρεαλιστικές απαιτήσεις της την απαισιοδοξία, την απόγνωση, την απογοήτευση, και τελικά τον πολιτικό αυταρχισμό και τον κοινωνικό εκφασισμό. Δεν φρονηματίζεις έναν λαό με την απειλή της φτώχιας –αφού άλλωστε ούτως ή άλλως φτωχαίνει– εκβιάζοντάς τον συνεχώς με τρόπο κυνικό και σκαιό ότι θα τον αφήσεις να πεθάνει από την πείνα , κουνώντας το μαστίγιο της τιμωρίας και ποδοπατώντας συνεχώς την εθνική του αξιοπρέπεια.

Άξιοι της μοίρας μας αλλά και υπεύθυνοι της τύχης των μεταρρυθμίσεων
Το ξέρω, εμείς και μόνο εμείς, ως χώρα, ως πολιτικό σύστημα, ως λαός και κυρίως ως πολιτική εξουσία, είμαστε υπεύθυνοι –όχι όλοι και όχι στον ίδιο βαθμό– για αυτή την εθνική κατάντια και την κοινωνική καταστροφή. Ξέρω ακόμη ότι είμαστε καταδικασμένοι να διαπραγματευόμαστε, δεν έχουμε άλλα όπλα, αλλά να διαπραγματευόμαστε συστηματικά, οργανωμένα και επίμονα και όχι να βγάζει ο ένας το μάτι του άλλου και να ρίχνει ο ένας την ευθύνη στον άλλο. Μας περισσεύουν τα μεγάλα λόγια περί της μεταρρύθμισης ή της ανατροπής, οι Κασσάνδρες δεινών και οι πολιτικοί εισαγγελείς, οι παντογνώστες και οι κήνσορες της οικονομίας και της πολιτικής. Σπανίζουν δυστυχώς οι ταπεινοί εργάτες των διοικητικών μεταρρυθμίσεων, οι σιωπηλοί οικοδόμοι της αναστήλωσης του κράτους, οι πρωτεργάτες της εθνικής συνεννόησης, ακόμη και οι εθνικοί σχεδιαστές μιας ρεαλιστικής ουτοπίας.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, όμως, όπως μαζί, όλοι μαζί, ανεξάρτητα από τον επιμερισμό των ευθυνών, καταστραφήκαμε και ως σύνολο συμπάσχουμε, μαζί, όλοι μαζί ως οργανωμένο σύνολο και ως Πολιτεία, μπορούμε να σωθούμε. Δεν θα μας σώσουν ούτε οι μεσσίες της πολιτικής ούτε οι τεχνοκράτες διεθνών πιστωτικών οργανισμών. Όπως είμαστε άξιοι της μοίρας μας, είμαστε και υπεύθυνοι της κοινής μας, τύχης. Ας δείξουμε στους ευρωπαίους εταίρους μας και κυρίως στον εαυτό μας ότι είμαστε άξιοι μιας καλλίτερης μοίρας, καταστρώνοντας σχέδια μεταρρυθμιστικά επεξεργασμένα και αξιόπιστα, ρεαλιστικά της πολιτικής μας ανοικοδόμησης.
Προς το παρόν, απέναντι στην Τρόικα και μπροστά στο έλεος των δανειστών, χρειάζεται να καταστρωθεί μια εθνική στρατηγική διαπραγμάτευσης. Να συγκροτηθεί εθνική επιτροπή, καλά στελεχωμένη, διαπραγμάτευσης. Ας συνεννοηθούμε μεταξύ μας, ως Πολιτεία και ως πολιτική εξουσία, και ας αποκρούσουμε τις εκβιαστικές προτάσεις τους με αντιπροτάσεις, με πειστικά επιχειρήματα, ενωμένοι και συντονισμένοι, ας προβάλλουμε τις δικές μας εναλλακτικές μεταρρυθμιστικές προτάσεις, καλά προετοιμασμένοι και με επιμονή. Προτάσεις συγκεκριμένες, πραγματοποιήσιμες, απτές, χωρίς κραυγές και μίση ή ιδεολογικά φληναφήματα και γενικολογίες.
Να διεκδικήσουμε με πάθος τις αναγκαίες ριζοσπαστικές και άρτια σχεδιασμένες μεταρρυθμίσεις, έχοντας όμως και πλήρη συνείδηση ότι μεταρρυθμίσεις με αυτό το κλίμα μίσους, εμφύλιου σπαραγμού και εκφοβισμού δύσκολα σχεδιάζονται και ακόμη πιο δύσκολα πραγματοποιούνται. Το κλίμα αυτό εκτρέφει τη βία και τελικά διαιωνίζει τη φαυλότητα, την ανευθυνότητα και την πελατοκρατία – και τα δύο μαζί τον πολιτικό αυταρχισμό και τον εκφασισμό.
Το παράδειγμα της Κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων δείχνει, πιστεύω, και σε αυτό συμπυκνώνεται η σύντομη εμπειρία μου, ότι οι τόσο αναγκαίες και επιτακτικές, ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές στο Δημόσιο μπορούν και πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατόν από το ίδιο το Δημόσιο και με τη συμμετοχή του. Να γίνουν, πρώτα, κτήμα των δημοσίων υπαλλήλων και να σχεδιαστούν, να ετοιμαστούν σωστά, αξιοκρατικά, με αξιολόγηση δομών και αξιολόγηση επίδοσης του προσωπικού, με σχέδια στελέχωσης και περιγράμματα θέσεων, με νέα μικρά οργανογράμματα, ευέλικτα και λειτουργικά, με πνεύμα αντιγραφειοκρατικό και κυρίως νομικού αντιφορμαλισμού, ασυμβίβαστα αντίθετου στον άκρατο και παραλυτικό νομικισμό του παρελθόντος.
Αυτό όμως που δείχνει ακόμη, αυτό που φωνάζει το παράδειγμα της κινητικότητας, είναι ότι η Μεταρρύθμιση δεν μπορεί να εδραιωθεί και να ριζώσει όταν στηρίζεται στη βία των οπαδών του αυταρχισμού, στη βιασύνη των εκπροσώπων των πιστωτών και πολύ περισσότερο όταν, ταυτόχρονα, υπονομεύεται ή επιβραδύνεται από τους θεσμικούς συντελεστές της φαυλότητας και της κομματοκρατούμενης συνδικαλιστικής πατρωνίας.
Το αντίδοτο στην υπαρκτή φαυλότητα και ανευθυνότητα της Μεταπολίτευσης δεν είναι, πάντως, η πειθαρχία του τρόμου που θέλει να επιβληθεί πάση θυσία από τους ισχυρούς της ημέρας, ούτε μια Μεταρρύθμιση από τα πάνω αποτυπωμένη σε νόμους μεγαλεπήβολους και μεγαλόστομους χωρίς δοκιμασία στην πράξη και χωρίς τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων. Η χώρα έχει ανάγκη από ένα συλλογικό όραμα ενός Κράτους ισχυρού και δίκαιου, που συναντά όμως μεγάλη συναίνεση και μιας Διοίκησης συμμαζεμένης, πειθαρχημένης, ευέλικτης, χρηστής, αποδοτικής και αποτελεσματικής, που είναι σεβαστή, επειδή είναι ακομμάτιστη ή πολιτικά ουδέτερη, από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Αντώνης Μανιτάκης