Του Ρωμανού Οικονομίδη*
Ξεκινάω με αυτοκριτική διάθεση αφού μπαίνω κι εγώ στον πειρασμό να ασχοληθώ με τον πασπαρτού πλέον τρίτο πόλο. Θα προσπαθήσω, πάντως, να εκθέσω τις δικές μου απόψεις και να δώσω μια διαφορετική διάσταση στο θέμα. Δεν είναι δυνατό να συνεχιστούν οι αφηρημένες, «φιλοσοφικές» συζητήσεις και οι απαντήσεις (που συνήθως τις ακολουθούν ανταπαντήσεις) μεταξύ γκουρού της κεντροαριστεράς, καθώς αυτά είναι έτη φωτός μακριά από τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας. Διαπιστώνω ότι γίνεται λόγος κυρίως για τα πρόσωπα αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τις πολιτικές τις οποίες θα υπηρετούν -δε χρησιμοποιείται τυχαία αυτή η λέξη- θεωρώντας τις μάλιστα δεδομένες. Ξέρουμε όμως, ότι ακόμα και οι επαναστάσεις πρώτα έπρεπε να αποδείξουν στο λαό ότι μπορούν να δώσουν διέξοδο στα προβλήματά του για τις εμπιστευθεί και να τις ακολουθήσει.
Αρχικά, αυτές οι δεδομένες θέσεις βαφτίζονται «ιδεολογία της κεντροαριστεράς». Λογικά, πίσω από αυτή την αφηρημένη έννοια υπονοείται η πολιτική των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, κι όχι (ελπίζω) αυτή του ΠΑΣΟΚ των περασμένων χρόνων. Λυπάμαι, αλλά ούτε αυτή η πολιτική φαίνεται να δίνει απαντήσεις στα προβλήματα των κοινωνιών και δεν αποπνέει κανέναν αέρα αλλαγής, αλλά συντήρησης με ίσως ένα διαφορετικό τρόπο. Κύρια στοιχεία των σημερινών κεντροαριστερών παρατάξεων, πανευρωπαϊκά, είναι η κριτική κατά της λιτότητας και η προβολή της ανάπτυξης σαν εναλλακτική λύση (αρχικά είχαμε και το ευρωομόλογο στο λεξιλόγιο μας). Ποια ανάπτυξη όμως; Ο όρος αυτός είναι ανάπηρος χωρίς την ύπαρξη συγκεκριμένου επιθετικού προσδιορισμού πριν από αυτόν και γι’ αυτό αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο σύντομο ανέκδοτο της κρίσης. Το αίτημα στροφής 180 μοιρών προς την ανάπτυξη εδώ και τώρα, είναι και ουτοπικό αλλά και επικίνδυνο. Ας μην υποκρινόμαστε. Βιαζόμαστε να επαναφέρουμε ένα μοντέλο ανάπτυξης με το οποίο θα μπορέσουν κάποιοι πολίτες να αρχίσουν και πάλι να καταναλώνουν (κι αν είμαστε τυχεροί να υπερκαταναλώνουν). Αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει όσο οι προοδευτικές δυνάμεις ασχολούνται μόνο με τα κακώς κείμενα της ελληνικής οικονομίας και στρουθοκαμηλίζουν για τις (αποδεδειγμένα) λανθασμένες κεντρικές επιλογές της κυρίαρχης άποψης στην Ε.Ε. . Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα γιατί οι πολίτες να επιλέξουν ένα σοσιαλιστικό ή σοσιαλδημοκρατικό κόμμα για να επαναφέρει την μορφή ανάπτυξης και κατανάλωσης στα προηγούμενα επίπεδα όταν υπάρχουν άλλα αυθεντικά νεοφιλελεύθερα ή κεντροδεξιά κόμματα με αυτή την ιδεολογία. Το λογικό κενό καλύπτεται από την πιο παρεξηγημένη και παρερμηνευμένη έννοια της κρίσης, την λιτότητα. Εξηγούμαι για να μην παρεξηγηθώ. Οφείλουμε μια αφήγηση στην κοινωνία που να εξηγεί ότι εφαρμόζεται τώρα η πιο βίαιη μορφή λιτότητας επειδή δεν υπήρχε ίχνος της τα προηγούμενα χρόνια, τα οποία αποτελούσαν ύμνο στην κατανάλωση χωρίς περιοριστικούς όρους και χωρίς ελέγχους. Με άλλα λόγια, ναι μεν η μορφή της λιτότητας που εφαρμόζεται αποδεικνύεται υπερβολική, αλλά οφείλει να αποτελεί μονάχα μέρος ενός πλάνου αντιμετώπισης της κρίσης .Έτσι, πιστεύω πως όσο αρκούμαστε να αναθεματίζουμε τη λιτότητα αποφεύγουμε να δώσουμε λύσεις σε άλλα μεγάλα εθνικά και ευρωπαϊκά ζητήματα.
Είναι αναγκαίο, να διαμορφωθεί ένα νέο πλαίσιο μέσα από το οποίο ο τρίτος πόλος θα δώσει απάντηση για το πώς θα ανακάμψουμε οριστικά, αλλά και πώς θα πορευθούμε ύστερα. Αναλυτικά, αποτελεί ρεαλιστική διεκδίκηση μια μεταβατική περίοδος όπου θα παρατείνεται μια μορφή λιτότητας, αλλά θα δίνεται η δυνατότητα στο κράτος (σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή στήριξη) να δημιουργήσει θεσμούς και κανόνες προστασίας των ασθενέστερων στρωμάτων, με την προώθηση προτάσεων όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ώστε να μη βρεθούν ξανά αντιμέτωπα με τη φτώχεια και να μην οξυνθούν οι ανισότητες. Τότε, θα είμαστε σε θέση να συζητήσουμε για ανάπτυξη πάνω σε σωστές βάσεις. Συγκεκριμένα, οφείλουμε να σκεφτούμε μακροπρόθεσμα. Από τη μία πλευρά, να αναλογιστούμε το κόστος στην κοινωνία της γρήγορης και φτηνής ανάπτυξης, η οποία βασίζεται στις καουμπόικες μεθόδους του παρελθόντος. Από την άλλη, να αριθμήσουμε τα μελλοντικά κέρδη για την κοινωνία, που θα προσφέρει η ανάπτυξη η οποία θα σέβεται το περιβάλλον και τα εργασιακά δικαιώματα, έστω και αν χρειαστεί περισσότερος χρόνος. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, το συγκεκριμένο εγχείρημα θα στοχεύει στην ανοικοδόμηση του κοινωνικού ιστού που έχει διαρραγεί κι όχι στη δημιουργία μερικών -προσωρινών- θέσεων εργασίας με μισθούς πείνας. Έτσι, μετά από αυτά θα μπορέσουμε να δώσουμε λύσεις στα επιμέρους οικονομικά προβλήματα της κοινωνίας, μέσα από μια σειρά προοδευτικών και ρηξικέλευθων προτάσεων (βλέπε το πολυαναμενόμενο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης) υπέρ των αδυνάμων. Τέλος, ας ξεκαθαρίσουμε κάτι. Είναι αδιανόητο να μιλάμε για προοδευτικό πόλο, ο οποίος δε θα έχει ως κύριο γνώμονα τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και την αύξηση της κοινωνικής πρόνοιας για τα χαμηλά στρώματα.
Κλείνοντας, νομίζω ότι είναι πλέον σαφές πως στο εγχείρημα του τρίτου πόλου οι αποκλεισμοί προσώπων είναι περιττοί, αν πρωτίστως γίνει σαφές πως τα πρόσωπα υπάρχουν για να υπηρετούν πολιτικές κι όχι το αντίστροφο. Συμπεραίνω, ότι ένας φορέας για να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην πολιτική σκηνή χτίζεται με δύο μόνο τρόπους, δυστυχώς. Ο ένας είναι ο εύκολος δρόμος, ο δρόμος του καιροσκοπισμού, όπου η μόνη στρατηγική είναι να πηγαίνεις όπου φυσάει ο άνεμος και βασίζεται σε συμφέροντα και βραχυπρόθεσμα οφέλη. Ο άλλος δρόμος είναι ο δύσκολος, όπου οι κοινωνικές ομάδες συναντούνται μέσα από αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, στοχεύοντας όμως πάντα τον ίδιο κοινό σκοπό. Αυτή είναι η μάχη που πρέπει να δοθεί και πρέπει να κερδηθεί από τις δυνάμεις που επιλέγουν τον δύσκολο δρόμο, ακόμα κι όταν αυτός είναι αντιδημοφιλής και κόντρα σε αυτό που υπαγορεύει η στιγμή.
* Ο Ρωμανός Οικονομίδης είναι μέλος των Νέων της ΔΗΜΑΡ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου