Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ ΣΤΗ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ. ΓΙΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΕΙ Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ




Η πολυαναμενόμενη και από πολλούς προαναγγελθείσα δεύτερη μεταπολίτευση στη χώρα μας εξακολουθεί να είναι ζητούμενο. Το ίδιο, ίσως και με μεγαλύτερη έμφαση ισχύει και για τη μειονοτική πολιτική και την κατάσταση της μειονότητας στη Θράκη.
Μόνο τυφλοί ένθεν κακείθεν (πλειονότητα και μειονότητα) θα υποστήριζαν ότι η κατάσταση στη Θράκη σε σχέση με τη μειονότητα τα τελευταία 38 χρόνια, παραμένει αναλλοίωτη.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η πολυδιαφημισμένη ισονομία – ισοπολιτεία ολοκληρώθηκε. Λιγότεροι, πλειοδοτούν λέγοντας ότι δόθηκαν και προνόμια που δεν χρειαζόταν.
Κάποιοι άλλοι μεμψιμοιρούν, παραβλέποντας ό,τι θετικό έχει πραγματοποιηθεί και προβάλλοντας μόνο τις καθυστερήσεις και τις αγκυλώσεις που ακόμα υπάρχουν τόσο στη διοίκηση όσο και στην κοινωνία.
Σε ολόκληρη τη μεταπολιτευτική περίοδο, από το 1974 και μετά, οι ιδεοληψίες, οι προκαταλήψεις και φοβίες, η έλλειψη ανεκτικότητας στο διαφορετικό, συγκρούστηκαν με την πραγματικότητα στις νέες συνθήκες , που απαιτούσε τη συνύπαρξη ανθρώπων με διαφορετικές κουλτούρες, διαφορετικές θρησκευτικές αναφορές και φυλετική καταγωγή σε συνθήκες ομαλότητας.
Το νομικό οπλοστάσιο άλλων εποχών, από νόμους της περιόδου του Μεταξά, της μετεμφυλιοπολεμικής περιόδου και του ψυχρού πολέμου αλλά και της περιόδου της χούντας, συγκρούστηκε με ό,τι καινούριο, φρέσκο και προοδευτικό ήρθε στο προσκήνιο από τα κινήματα και την αριστερά, ως αίτημα, για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αποτέλεσε το πλαίσιο διεθνών συνθηκών που υπογράφηκαν ή και επικυρώθηκαν από τη χώρα μας.
Οι εθνικιστές και από τις δύο πλευρές (πλειονότητα και μειονότητα) αν και κατά κανόνα κρύβονται πίσω από τον “πατριωτισμό”, τη θρησκευτική ιδιαιτερότητα ή άλλα ψευδεπίγραφα, προσπάθησαν να αναγάγουν την αντιπαράθεση σε εθνικό σπορ. Οι μεν προβάλλοντας τον κίνδυνο της ακεραιότητας της Θράκης και πυροδοτώντας την αμοιβαία καχυποψία, οι δε αξιοποιώντας στο έπακρο αισθήματα ανασφάλειας που προκαλούσε η αναβολή της μεταπολίτευσης στο χώρο της μειονότητας. Κάποιοι βέβαια και με το αζημίωτο, με την έννοια ότι καρπώνονταν και οικονομικά οφέλη από τη “διαχείριση” της κατάστασης.
Οι πολλοί, οι περισσότεροι πολίτες ταλαντεύονταν.
Από τη μία πλευρά η καθημερινή τους εμπειρία βοούσε. Η τυπική και κυρίως η ουσιαστική πολιτική διακρίσεων που οδηγούσε τους πολίτες της μειονότητας της ορεινής ζώνης να προσπερνούν τις μπάρες της επιτηρούμενης ζώνης των χωριών τους παίρνοντας άδεια εισόδου και εξόδου, ήταν παρούσα έως και το 1995. Τα εμπόδια που πρακτικά οδηγούσαν έως την απαγόρευση αγοραπωλησιών, την παντελή απουσία από τους τομείς της δημόσιας διοίκησης ήταν κοινό μυστικό. Η εφαρμογή – για δεκαετίες -του άρθρου 19 του κώδικα ιθαγένειας δημιούργησε εκατοντάδες ή και χιλιάδες πολίτες – φαντάσματα. Η υποβαθμισμένη εκπαίδευση, ή άρνηση του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού και πολλά βέβαια ακόμα που συνέθεταν το σκηνικό της προηγούμενης περιόδου, εξακολουθούν να υφίστανται.
Από την άλλη, ο ορυμαγδός της κινδυνολογίας σε συνδυασμό με την αρχή της αμοιβαιότητας και τη στάση της Τουρκίας απέναντι στην ελληνική μειονότητα της πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου καθιστούσαν αναποτελεσματική την όποια ένδειξη αλληλεγγύης. Σε σημείο που και οι όποιες φωνές υψώνονταν τοπικά είτε προσέκρουαν στο πέπλο σιωπής είτε ενοχοποιούνταν. Την κατάσταση περιέπλεκε και η ύπαρξη ακραίων φωνών μέσα στη μειονότητα.
Η Αριστερά στην περιοχή μας και οι άνθρωποί της (πλειονοτικοί και μειονοτικοί)  από τη μεταπολίτευση και μετά έδωσαν με συνέπεια ένα δύσκολο  αγώνα απέναντι  στον εθνικισμό και στον συντηρητισμό κάθε πλευράς και οικοδόμησαν μία μειονοτική πολιτική που  σε μεγάλο βαθμό - έστω και καθυστερημένα -  υιοθετήθηκε και από  άλλες πολιτικές δυνάμεις. Ειδικότερα  συνέβαλαν καθοριστικά από τη μία πλευρά  να ακυρωθεί σε μεγάλο βαθμό ο συντηρητισμός και η καχυποψία μεγάλου μέρους της πλειονότητας, που αντιμετώπιζε τη μειονότητα ως εν δυνάμει εθνικό κίνδυνο και από την άλλη πλευρά να  αποδείξουν έμπρακτα στη μειονότητα ότι για την Αριστερά, η δημοκρατία και τα δημοκρατικά δικαιώματα υπάρχουν για όλους.
Συνέβαλε δηλαδή η Αριστερά περισσότερο από κάθε άλλο στην κοινωνική συνοχή στη Θράκη.
Προέβαλε και διεκδίκησε μέτρα για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης της μειονότητας. Χαιρέτισε και στήριξε πρωτοβουλίες και προγράμματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης καθώς και θετικές διακρίσεις όπως η ποσόστωση 0,5% για την Ανώτατη εκπαίδευση παλαιότερα αλλά και η ρύθμιση της ποσόστωσης (5%ο) που προβλέπει ο Ν.3647/2008 (άρθρο 23) για πρόσληψη στο Δημόσιο μέσω ΑΣΕΠ στην περιοχή της Θράκης. Πρέπει ωστόσο να πούμε ότι οι θετικές διακρίσεις πρέπει να θεσμοθετούνται στο πλαίσιο μια συνολικής πολιτικής που σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα να οδηγούν στη εξάλειψη των αιτίων που τις προκάλεσαν και κατά συνέπεια να καταργούνται.
Δεκαετίες πριν διεκδίκησε την ίδρυση Πανεπιστημιακής Παιδαγωγικής Σχολής Τουρκικής γλώσσας και την κατάργηση της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας, που πρόσφατα πραγματοποιήθηκε.
Παρά τις φανερές προεκλογικές σκοπιμότητες, είναι θετική η ρύθμιση για τα τεμένη της Θράκης και η μείωση των προστίμων για τα αυθαίρετα κατά 80% λίγο πριν από την αναμενόμενη προκήρυξη των εκλογών. (Άραγε, ενοχές ή ένδειξη πλειοδοσίας επέκτειναν τη μείωση των προστίμων και για τα αυθαίρετα της περιόδου μετά το 1996 ?)

 Η τοπική κοινωνία στο σύνολό της αναγνωρίζει και εκτιμάει ιδιαίτερα τη συνέπεια των θέσεων και των απόψεων  της αριστεράς στα  ζητήματα αυτά σε αντίθεση με τις ψηφοθηρικές πολιτικές των μεγάλων κομμάτων και των τοπικών εκπροσώπων τους, που αντιμετωπίζουν τη μειονότητα  κυρίως ως δεξαμενή μαζικής άντλησης ψήφων και πολιτεύονται  ανάλογα απέναντί της.  

Αυτή την αντίληψη εκφράσαμε και αυτή την πολιτική συνεχίζουμε να υπερασπίζουμε όσοι ενταχθήκαμε στη Δημοκρατική Αριστερά. Εκεί στοχεύουν και οι διακηρυγμένες – από το ιδρυτικό της συνέδριο – θέσεις της Δημοκρατικής Αριστεράς. 
Σήμερα, λόγω και της οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής κρίσης αποκτά ξεχωριστή σημασία να μιλήσουμε χωρίς φόβο και αγκυλώσεις για τα προβλήματα που απασχολούν τους συμπολίτες μας στην μειονότητα, για μια δεύτερη αλλά ολοκληρωμένη μεταπολίτευση στην περιοχή μας. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής , προτεραιότητες μπορούν να θεωρηθούν:

Η αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να παρέχονται για όλους ίσες ευκαιρίες πρόσβασης σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης (ίδρυση νέων σχολικών μονάδων, τόσο δημόσιας όσο και μειονοτικής εκπαίδευσης, όπου αυτό είναι αναγκαίο, εκσυγχρονισμός και αναβάθμιση των υπαρχουσών, ουσιαστική λειτουργία διαπολιτισμικών σχολείων).
Η κατάργηση των δικαστικών αρμοδιοτήτων του Μουφτή και της εφαρμογής της Σαρία σε διαφορές οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου των μουσουλμάνων και υπαγωγή όλων αυτών των διαφορών στα ελληνικά τακτικά δικαστήρια με εφαρμογή του Αστικού Κώδικα, όπως για όλους τους υπόλοιπους Έλληνες πολίτες και κατά συνέπεια περιορισμός του Μουφτή στα θρησκευτικά του καθήκοντα και ανάδειξή του από την ίδια τη μειονότητα,
Η επαναχορήγηση της ελληνικής ιθαγένειας σε όσους μειονοτικούς πολίτες την στερήθηκαν με βάση το αρ.19 του Κώδικα Ιθαγένειας και ζουν μόνιμα στην περιοχή ως ανιθαγενείς.
Η δυνατότητα άσκησης από τους μειονοτικούς πολίτες όλων των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις σύγχρονες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος του εθνοτικού αυτοπροσδιορισμού, σύμφωνα με τις αρχές του ΟΑΣΕ.
Η απρόσκοπτη άσκηση από τους μειονοτικούς πολίτες του δικαιώματος να ιδρύουν σωματεία με την επωνυμία που οι ίδιοι επιθυμούν στα πλαίσια της εφαρμογής του δικαιώματος τους αυτοπροσδιορισμού,
Η εκλογή των διαχειριστικών επιτροπών των βακουφίων
Η άμεση εφαρμογή της ποσόστωσης (5%ο) που προβλέπει ο Ν.3647/2008 (άρθρο 23) για πρόσληψη στο Δημόσιο μέσω ΑΣΕΠ στην περιοχή της Θράκης,
• Η ρύθμιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στην ορεινή περιοχή της Θράκης σε συσχέτιση και με τις ρυθμίσεις του ν. 4014/2011 για την τακτοποίηση των αυθαιρέτων.

Ξάνθη, Απρίλιος 2012
Κώστας Δέλκος - Σαμή Καραμπουγιούκογλου




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου