Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Μετά το κούρεμα.





Η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον το κυρίαρχο πρόβλημα της ευρωζώνης

Του Γιώργου Προκοπάκη, ΝΕΑ, 27.10.11

Οι εξελίξεις στη Σύνοδο Κορυφής επιβεβαιώνουν αυτά που φαίνονταν ως ένδειξη μέχρι πριν από λίγες ημέρες: η ευρωζώνη είναι αποφασισμένη να βγάλει από τη μέση το «πρόβλημα Ελλάδα», ώστε να επικεντρωθεί στα μεγάλα προβλήματα, όπως η Ιταλία. Από τη στιγμή που οι προθέσεις των Γερμανών έγιναν διαφανείς, όλη η φιλολογία για κατάρρευση σύμπαντος του χρηματοπιστωτικού συστήματος από την ενεργοποίηση των CDS και των δεκάδων παραγώγων προϊόντων που υποτίθεται είχαν κτιστεί πάνω σ' αυτά, σταμάτησε. Η προγραμματιζόμενη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών σταμάτησε και τη φιλολογία περί μεταστάσεως. Η ευρωζώνη, με τα νέα δεδομένα, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει μέχρι και ένα πιστωτικό γεγονός σχετικά με την ελληνική κρίση χρέους.
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την Ελλάδα; Δεδομένου ότι το καλύτερο σενάριο του ΔΝΤ δεν προβλέπει την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές πριν από το 2021, δεν έχει επιπτώσεις μεγαλύτερες από ένα ισοδύναμο εθελοντικό κούρεμα. Με τρεις προϋποθέσεις βέβαια: 
(α) δεν τίθεται θέμα εξόδου από το ευρώ, (β) η ΕΚΤ δεν τραβάει το χαλί της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και (γ) η ευρωζώνη παρέχει την απαραίτητη υποστήριξη στη χώρα μας για να αντεπεξέλθει. 
Παρά την τρομολαγνική φιλολογία εδώ και μήνες, δεδομένου ότι η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές είναι μια μακρινή προοπτική, ακόμα και ένα πιστωτικό γεγονός θα ήταν πρωτίστως πρόβλημα της ευρωζώνης. Με την ενίσχυση του EFSF, κύριο ζήτημα στην ατζέντα της Συνόδου, επιχειρείται να αντιμετωπιστεί το διαφαινόμενο ως άμεσο πρόβλημα με την Ιταλία. Η Ελλάδα είναι πρόβλημα πρώτο σε χρονική προτεραιότητα, αλλά πλέον μικρότερο σε σημασία.
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων της ευρωζώνης και των ευρωτραπεζών φαινόταν, έως αργά χθες βράδυ, να έχουν μπλοκάρει στην απαίτηση υψηλού κουρέματος έως και 60%, με τα «νέα» ομόλογα να μην καλύπτονται από εγγυήσεις (τουλάχιστον επαρκείς). Εάν δεν επρόκειτο απλώς για διαπραγματευτική τακτική, η εξέλιξη όσον αφορά την πιθανή μείωση του ελληνικού χρέους είναι μάλλον καλή. Ο,τι κι αν γίνει, ό,τι κι αν έχει γίνει. Σε περίπτωση υποχώρησης των τραπεζών, η απουσία (ή μείωση του κόστους) εγγυήσεων θα μπορούσε να ελαφρύνει την Ελλάδα από νέο χρέος για την κάλυψή τους. Σε περίπτωση ναυαγίου της συγκεκριμένης διαπραγμάτευσης, η ανταλλαγή χρέους θα μπορούσε να καταλήξει σε προσφορά «πάρτε το ή φύγετε», οπωσδήποτε συνδεδεμένη με τους όρους ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και κατά πάσα βεβαιότητα με όρους χειρότερους για τις τράπεζες από τους προσφερθέντες κατά τη διαπραγμάτευση. Οσον αφορά τη λογιστική μείωση του χρέους, η διαπραγμάτευση πρέπει να έχει οδηγήσει σε μάλλον καλύτερα του αναμενόμενου αποτελέσματα - και αυτό θα συνέβαινε ακόμα και εάν προέκυπτε πιστωτικό γεγονός.

Ερχόμαστε στις προϋποθέσεις. Ολα τα παραπάνω έχουν σημασία για την ελληνική κοινωνία υπό την προϋπόθεση ότι η «οριστική λύση του ελληνικού προβλήματος» δεν συνοδεύεται από εγκατάλειψη της χώρας στην τύχη της. Κατά τις χθεσινές διαπραγματεύσεις το στοίχημα ήταν να διασφαλιστεί η σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, τόσο με την παροχή πόρων ανακεφαλαιοποίησης όσο και με τη συνέχιση της υποστήριξης από την ΕΚΤ. Πολύ θετική εξέλιξη θα ήταν η ανακεφαλαιοποίηση και των ασφαλιστικών ταμείων. Είναι επίσης αναγκαία η διασφάλιση της λειτουργίας του Δημοσίου με παροχή κεφαλαίων για αύξηση των διαθεσίμων, αντικατάσταση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού, κάλυψη των κρατικών εγγυήσεων. Ακόμη κι αν όλα πήγαν καλά με τις διαπραγματεύσεις, υπάρχει μια ακόμη προϋπόθεση: ότι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να εκτελέσει. Στην περίπτωση εθελοντικού διακανονισμού, αναλαμβάνουν οι δικηγόροι και τελειώσαμε (που λέει ο λόγος). Στην περίπτωση υποχρεωτικής, για τους πιστωτές, λύσης, η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί απέναντι σε κάθε έναν από τους πιστωτές, σε ομάδες πιστωτών με παραπλήσια συμφέροντα και στρατηγικές, πιθανόν θα χρειαστεί να κάνει νομοθετικές ρυθμίσεις για τους όρους που διέπουν τα ομόλογα ελληνικού δικαίου, τα δικαιώματα μειοψηφίας των ομολογιούχων. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος ατυχήματος σχετίζεται με τη δυνατότητα της ελληνικής πλευράς να διαχειριστεί την όλη διαδικασία. Το παρήγορο είναι ότι υπάρχει λίγος χρόνος (η Ελλάδα δεν έχει την «ευκαιρία» να αθετήσει δανειακές της υποχρεώσεις πριν από τον Μάρτιο 2012) και πάντα ελπίζουμε στην αμέριστη συμπαράσταση των εταίρων μας.

Πάντως, το μεγαλύτερο πρόβλημα, ακόμη και με την αμέριστη συμπαράσταση των εταίρων, θα είναι το στίγμα του κουρέματος που θα ακολουθεί κάθε οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα σχετιζόμενη με την Ελλάδα. Για πολλά χρόνια. Ειδικά τα επόμενα χρόνια, κάθε επιχειρηματική προσπάθεια θα ακολουθείται από τη σφραγίδα του δυνάμει αφερέγγυου, η οποία μεταφράζεται σε σημαντικό κόστος από το έλλειμμα πίστης.
Αυτό βέβαια που είναι εξαιρετικά αβέβαιο είναι η ικανότητα της κυβέρνησης, αλλά και του ελληνικού πολιτικού προσωπικού γενικότερα, να διαχειριστεί την κατάσταση και κυρίως να εμπνεύσει τους πολίτες παρέχοντας μιαν αξιόπιστη αφήγηση για την οριστική έξοδο από την κρίση.


Ο Γιώργος Προκοπάκης είναι σύµβουλος επιχειρήσεων σε θέµατα οργάνωσης και διαχείρισης πληροφοριών

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

Γυρίζουμε στην εποχή του λύχνου.



του Αντώνη Ρουπακιώτη

Έχουν διατυπωθεί βάσιμες ή σε κάθε περίπτωση σημαντικές απόψεις ως προς τα ζητήματα συνταγματικότητας, που θέτει το άρθρο 53 αριθ. 11 του ν. 4021/2011 και προβλέπει την επιβολή του ως «τέλους» χαρακτηριζομένου χρηματικού ποσού και τη διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος σε περίπτωση μη καταβολής αυτού από τους πολίτες - καταναλωτές, όπως:

α. Ότι στερείται του ανταποδοτικού χαρακτήρα και προσχηματικά χαρακτηρίζεται ως «τέλος» το επιβαλλόμενο ποσό καθώς δεν ανταποκρίνεται στο ουσιαστικό περιεχόμενο του τέλους, αλλ’ αντιθέτως πρόκειται για καθαρή περίπτωση φορολόγησης,

β. Ότι η επιβολή αυξημένης φορολογίας στο ίδιο ακίνητο και μάλιστα αδιακρίτως και οριζοντίως (ανεξαρτήτως εισοδηματικών κριτηρίων) από το πρώτο τετραγωνικό μέτρο η υπερφορολόγηση ή αλλιώς η επιβάρυνση με κάθε είδους έμμεσου, άμεσου φόρου, ή «τέλους», πέραν του ότι συνιστά μέτρο μη αναλογικό και μη συμβατό με τη φοροδοτική ικανότητα κάθε πολίτη ξεχωριστά, μπορεί πλέον να αξιολογηθεί ως υπερβολικός περιορισμός έως και ματαίωση εκμετάλλευσης της ιδιοκτησίας (άρθρο 17 Συντ. και 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ),

γ. Ότι παραβιάζεται η συμβατική σχέση του πολίτη με τη ΔΕΗ με την επιλογή αυτής ως φορέα είσπραξης του επιβαλλομένου «τέλους» - φόρου. Ωστόσο στο σημείωμα αυτό επικεντρώνεται ο έλεγχος συνταγματικότητας του άρθρου του παραπάνω νόμου, ως προς την πρόβλεψή του να διακόπτεται το ρεύμα σε περίπτωση μη καταβολής από τον πολίτη – καταναλωτή του επιβαλλόμενου «τέλους» - φόρου, διατυπώνω δε την άποψη, ότι αυτή προσκρούει στη θεμελιώδη αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή οριοθετείται από το άρθρο 25 Συντάγματος. Έτσι ακόμη και αν καθ’ υπόθεση εργασίας γίνει δεκτό, ότι η επιβολή του «τέλους» - φόρου αυτού είναι αναγκαία με την επίκληση από το νόμο «επιτακτικών λόγων εθνικού συμφέροντος» ή πρόσφορο μέσο με δεδομένη την αμεσότητα είσπραξης του από τη ΔΕΗ, πιστεύω, ότι η διακοπή του ρεύματος σε περίπτωση μη καταβολής του επιβαλλόμενου «τέλους», προσκρούει στο στενό πυρήνα της αρχής της αναλογικότητας για δύο κύριους λόγους:

α. Επειδή υπάρχει η διασφαλισμένη δυνατότητα στο κράτος να επιδιώξει την είσπραξη του «τέλους» - φόρου αυτού με τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης (ΚΕΔΕ) κατά συνέπεια η θεσμοθέτηση της διακοπής του ρεύματος ως ιδιαιτέρως αυστηρότερης επιλογής σε περίπτωση μη καταβολής του «τέλους» αυτού και ανατρέπει την όποιας μορφής σχέση αναλογικότητας, που πρέπει να τηρείται μεταξύ του επιδιωκόμενου σκοπού και του επιβαλλόμενου προς είσπραξη μέτρου.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστική γιατί όχι και αποκρουστική η προαναγγελία από αρμόδιους παράγοντες, ότι, αν και μετά τη διακοπή του ρεύματος δεν καταβάλλεται το επιβαλλόμενο «τέλος», θα δίδεται επιπλέον εντολή στις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες για εφαρμογή του νόμου (ΚΕΔΕ) είσπραξης αυτού.

β. Το ρεύμα αξιολογείται στην εποχή μας ως κοινωνικό αγαθό απολύτως αναγκαίο, που αφορά στην ανθρώπινη υπόσταση και αξιοπρέπεια (άρθρο 2 παρ. 1 Συντ.) καθώς και την υγεία και ζωή γενικότερα του πολίτη για την προστασία της οποίας είναι υπόχρεο το κράτος (άρθρο 21 παρ. 3 Συντ. και άρθρο 8 ΕΣΔΑ). Το χρέος αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό, ότι υποτάσσεται στην προοπτική ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας, ακόμη και με επιτακτική επίκληση του δημοσίου συμφέροντος και αναφορά στου δικαιώματος του κράτους « να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης » (άρθρο 25 παρ. 4 Συντ.). Έτσι δεν μπορεί νομίζω να θεωρηθεί συνταγματικώς επιτρεπτή ή ανεκτή η διακοπή του ρεύματος, όταν μάλιστα καταβάλλεται το προβλεπόμενο από τη ΔΕΗ τέλος κατανάλωσης του, εκτός και αν δεχτούμε να γυρίσουμε στην εποχή του λύχνου ή έστω της ασετιλίνης.

*Ο Αντώνης Ρουπακιώτης είναι πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

Τελική αναμέτρηση (;)


1 εικόνα
του Μάνου ΜατσαγγάνηΣχόλια
Φαίνεται ότι η στήλη του Paul Krugman στους New York Times διαβάζεται ευρύτατα στη χώρα μας. Επιλεκτικά βέβαια: ο νομπελίστας οικονομολόγος, προοδευτική συνείδηση της φιλελεύθερης Αμερικής, είναι δημοφιλής στην Ελλάδα βασικά επειδή επιμένει ότι η – υπερβολική και μονομερής - έμφαση στη λιτότητα κινδυνεύει να βυθίσει την παγκόσμια οικονομία στην ύφεση. (Έχει δίκιο φυσικά: άλλωστε, στο σημείο αυτό φαίνεται ότι συμφωνεί πλέον και το ΔΝΤ! )
Όμως ο Krugman έχει πει και άλλα ενδιαφέροντα πράγματα – κάποια μάλιστα μας αφορούν ευθέως. Για παράδειγμα, την ημέρα της διαδήλωσης κατά του Μνημονίου, στη διάρκεια της οποίας έχασαν τη ζωή τους τρεις εργαζόμενοι, ο Αμερικανός οικονομολόγος δημοσίευε ένα post με τον εύγλωττο τίτλο «Greek end game» (5 Μαΐου 2010). Αντιγράφω ένα ενδεικτικό απόσπασμα:
«Ακόμη και με αναδιάρθρωση του χρέους, η Ελλάδα θα έχει μεγάλο πρόβλημα, αναγκασμένη να εφαρμόσει έντονη λιτότητα – προκαλώντας βαθειά ύφεση – μόνο και μόνο για να μειώσει το πρωτογενές έλλειμμα, χωρίς τους τόκους. Το μοναδικό πράγμα που θα περιόριζε την ανάγκη για λιτότητα θα ήταν κάτι που να βοηθά την οικονομία να επεκταθεί, ή να μην συρρικνωθεί τόσο πολύ. Κάτι τέτοιο θα μείωνε την οικονομική δυσπραγία, ενώ θα αύξανε τα φορολογικά έσοδα, ελαττώνοντας την απαραίτητη δόση δημοσιονομικής λιτότητας. Όμως, ο μόνος δρόμος για την ανάπτυξη είναι περισσότερες εξαγωγές, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν στην Ελλάδα πέσουν δραματικά τα κόστη και οι τιμές σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Εάν η Ελλάδα ήταν μια εξαιρετικά συνεκτική κοινωνία, με συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθών, ένα είδος Αυστρίας του Αιγαίου, ίσως να ήταν εφικτό να επιτευχθεί κάτι τέτοιο μέσω της συλλογικά συμφωνημένης οριζόντιας μείωσης των μισθών – δηλ. μέσω μιας ‘εσωτερικής υποτίμησης’. Αλλά, όπως δείχνουν τα σημερινά αποτρόπαια γεγονότα, δεν είναι.»
Ότι η Ελλάδα δεν ήταν Αυστρία του Αιγαίου ασφαλώς το γνωρίζαμε. Όμως, όσα μεσολάβησαν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έδειξαν πόσο πολύ απέχουμε από τις πιο συνεκτικές κοινωνίες της Ευρώπης. Αντί για οριζόντια μείωση των μισθών, και ενώ οι εργαζόμενοι στις ιδιωτικές επιχειρήσεις δέχονταν μεγάλες μειώσεις των αποδοχών τους προκειμένου να κρατήσουν τη δουλειά τους, στις ΔΕΚΟ είχαμε απεργίες για να μην περάσει το πλαφόν των 4.000 ευρώ το μήνα. Αντί για μείωση των τιμών, είχαμε άνοδο του πληθωρισμού, πέρα και πάνω από την επίδραση της αύξησης του ΦΠΑ και της τιμής του πετρελαίου, καθώς οι επιχειρήσεις μείωναν τους μισθούς αλλά όχι τις τιμές των προϊόντων τους. Ενώ στον ιδιωτικό τομέα χάνονταν μισό εκατομμύριο θέσεις εργασίας, οι υπάλληλοι του Μετρό απεργούσαν για να μην εφαρμοστεί η εργασιακή εφεδρεία – παρότι σύμφωνα με το πόρισμα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, οι παράνομες προσλήψεις από το 2004 έως το 2009 είχαν διογκώσει τον αριθμό των εργαζομένων εκεί κατά 50%. Με δυο λόγια: αντί για κοινωνική συνοχή (και παρά τη ρητορική επίκλησή της, αριστερά και δεξιά), ο σώζων εαυτόν σωθήτω.
Το παράξενο δεν είναι ότι οι θιγόμενοι αντιδρούν: είναι ότι οι αντιδράσεις τους είναι εντελώς δυσανάλογες. Η φορολόγηση του πτητικού επιδόματος (στην κλίμακα και όχι αυτοτελώς) «νομιμοποιεί» τους πιλότους της Πολεμικής Αεροπορίας να αφήνουν τα αεροσκάφη στο έδαφος – και μάλιστα τις μέρες που υπογραφόταν το Μνημόνιο, και μάλιστα παρά τις διαβεβαιώσεις του τότε υπουργού άμυνας, τώρα υπουργού οικονομίας, ότι θα αποκαταστήσει την εισοδηματική απώλεια. Η ψήφιση της εργασιακής εφεδρείας «νομιμοποιεί» τους δημοσίους υπαλλήλους να καταλάβουν τα υπουργεία τους. Η προοπτική της απελευθέρωσης των ταξί «νομιμοποιεί» τον πρόεδρο του συνδικάτου ιδιοκτητών να απειλεί ότι «θα χυθεί αίμα». Η πώληση δημόσιας περιουσίας δεν είναι λανθασμένη πολιτική: είναι «έσχατη προδοσία».
Καθώς οι τόνοι ανεβαίνουν, η έλλειψη μέτρου γενικεύεται. Στις διαδηλώσεις οι συζητήσεις έχουν ξεφύγει: η «κατοχική κυβέρνηση» θα φύγει «με ελικόπτερο» και μετά θα στηθούν «κρεμάλες στο Σύνταγμα»: ένα κρεσέντο αμετροέπειας και λεκτικής βίας.
Η λεκτική βία διευκολύνει τη φυσική βία. Σε μια απολύτως προβλέψιμη – καθότι συνεχώς επαναλαμβανόμενη – χορογραφία μίσους και καταστροφής, κάθε ειρηνική (κατ’ αρχήν) διαδήλωση καταλήγει σε συγκρούσεις με ζημιές και (ενίοτε) θύματα. «Παράπλευρες απώλειες» για τους οργανωτές, που δεν δείχνουν να ανησυχούν ιδιαίτερα και ετοιμάζουν την επόμενη «ειρηνική διαδήλωση» (οι κουκουλοφόροι τη σημειώνουν στην ατζέντα τους).
Ίσως αυτό που ζούμε τον τελευταίο καιρό να είναι ένα αρχαίο δράμα: όχι μόνο με την έννοια ότι τα γεγονότα είναι δραματικά, αλλά με την έννοια ότι τα πρόσωπα του δράματος έχουν θέσει σε κίνηση έναν μηχανισμό που δεν ξέρουν ή δεν μπορούν να σταματήσουν, παρότι είναι φανερό ότι οδηγεί μαθηματικά στην καταστροφή.
Και όμως: από τα τέλη του 2009 καταλάβαμε (;) ότι δεν μπορούμε πια να ζούμε πάνω από τις δυνάμεις μας: αναγκαστικά, αφού απλούστατα κανείς δεν ήταν πια διατεθειμένος να μας δανείζει χωρίς να ζητά ιλιγγιώδη επιτόκια σε αντάλλαγμα. Η διεθνής οικονομική βοήθεια κάλυψε τις δανειακές ανάγκες μας μέχρι το 2013 (και έπειτα), δηλ. μας έδωσε χρόνο: είτε για να μάθουμε να παράγουμε αγαθά που να στέκονται διεθνώς, είτε για να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι θα ζούμε πιο λιτά από όσο είχαμε συνηθίσει.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απέτυχε όχι επειδή επιχείρησε να μειώσει τα ελλείμματα, αλλά επειδή δεν κατάφερε – ή δεν προσπάθησε – να αναζωογονήσει την οικονομία με σταθερούς κανόνες και προγραμματικές συμφωνίες, και παράλληλα να επουλώσει τις κοινωνικές εντάσεις επιβάλλοντας μια δίκαιη λιτότητα. Η αποτυχία της να εκσυγχρονίσει τη δημόσια διοίκηση, να αξιοποιήσει τη δημόσια περιουσία, να περιορίσει τη φοροδιαφυγή και να ενθαρρύνει την υγιή επιχειρηματικότητα, οδήγησε την κυβέρνηση στο σημερινό αδιέξοδο της «φοροκαταιγίδας» και των αδιάκριτων περικοπών.
Και τώρα τι κάνουμε; Όπως έγραφε στο ίδιο post ο Krugman, εάν αποτύχει η εσωτερική υποτίμηση, δεν απομένει παρά μια και μόνο μια εναλλακτική λύση: η κανονική υποτίμηση, «που σημαίνει έξοδο από το ευρώ». Με άλλα λόγια, εάν αποτύχει η σταδιακή προσαρμογή (ναι, αυτή: του Μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου), δεν θα μας απομένει παρά η απότομη προσαρμογή στο βιοτικό επίπεδο των γονιών μας (αλλά με τις δικές μας «ανάγκες», και σε ένα λιγότερο αθώο περιβάλλον). Αυτό θέλουμε;
Παρά τις ονειροφαντασίες των διαφόρων επαγγελματιών της επανάστασης, η επόμενη μέρα δεν πρόκειται να σημάνει ριζοσπαστικοποίηση των μαζών «προς τα αριστερά», αλλά συντηρητική αναδίπλωση της κοινωνίας και αμφισβήτηση «από τα δεξιά» των θεσμών της μεταπολίτευσης, πολιτικών (κοινοβούλιο, κόμματα, συνδικάτα) και οικονομικών (δημόσιος τομέας, φορολογία).
Φυσικά, το κυβερνών κόμμα δείχνει να πνέει τα λοίσθια, μη διαθέτοντας εφεδρείες, και έχοντας χάσει τη μάχη με τον εαυτό του. Όμως, η παρακμή του ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να ανοίξει το δρόμο ούτε στο ΚΚΕ ούτε στο ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου (όπως λένε οι αθλητικοί συντάκτες), η τελευταία πράξη του δράματος προβλέπεται να είναι μια κυβέρνηση Α. Σαμαρά (και Φ. Κρανιδιώτη• και Χ. Λαζαρίδη). Κυβέρνηση θνησιγενής, αλλά ικανή να παρασύρει την διαλυμένη πλέον χώρα σε κάποια ακόμη τυχοδιωκτική περιπέτεια.
Λιγότερα από 4 χρόνια πέρασαν από το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη έως τον πόλεμο του 1897. Καμμιά φορά η ιστορία επαναλαμβάνεται: πρώτα ως τραγωδία, ύστερα ως τραγωδία.


*Ο Μάνος Ματσαγγάνης διδάσκει κοινωνική πολιτική και δημόσια οικονομική στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
απο το protagon.gr

ένα άρθρο των πρωταγωνιστών

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Τρίζουν οι εθνικοί μας μεντεσέδες.








Το λάδι στο καντήλι της Ελλάδας φαίνεται πως τελειώνει. Και εδώ δεν ταιριάζει η φράση "της Ελλάδας που ξέραμε", γιατί καθένας/μία από μάς "ηξερε" και μια διαφορετική Ελλάδα. Η Ελλάδα του ζεστού και του κρύου, η Ελλάδα της λιτότητας αλλά και της υπερκατανάλωσης, της παχυσαρκίας και του μαιμουδισμού, της κακεντρέχειας αλλά και της υπερήφανης και φιλότιμης. Τώρα που πρέπει να πληρώσουμε, έχουμε τραβήξει τις τσέπες εξω από το παντελόνι και τις δείχνουμε στους δανειστές μας, με ένα θράσος που εκπλήσσει, απαιτώντας την βοήθεια, ανασκαλίζοντας και τραβώντας από το μεγάλο οπλοστάσιο των εθνικών μύθων αυτόν που μας βολεύει κάθε φορά. "Οι Γερμανοί ξανάρχονται", η παγκόσμια ζήλεια για το εθνικό μας μεγαλείο που τώρα παίρνει την εκδίκηση της... Πέφτουμε ξανά στην παγίδα των φαντασιώσεων μας. Μαζί με αυτό το λάδι, χάνεται και το λάδι της ευρωπαικής μας προοπτικής, όπως τουλάχιστον την είχαμε φαντασθεί και επιδιώξει. Οι λαοί της Ευρώπης, με τους οποίους κάποτε θέλαμε να πολέμησουμε μαζί για να την αλλάξουμε, να την μεταρυθμισουμε έστω, είναι εν δυνάμει "εχθροί" μας τώρα. Η κυρίαρχη άποψη πάλι μας οδηγεί σε συμπεράσματα που δεν  επιτρέπουν να βγούμε επι τέλους από αυτό το εθνοπατριωτικό τέλμα. Γιατί όποια εξέλιξη και να έχουν τα πράγματα από δω και πέρα ( καλό σενάριο-κακό σενάριο), η πολιτική βαρύτητα της Ελλάδας μέσα στους 27 θα έχει αδυνατίσει έως εξαντληθεί. Η εικόνα που δίνουμε προς τα εξω, ότι δηλαδή δεν έχουμε κατανοήσει ότι μέσα σ αυτό το διεθνές περιβάλλον πρέπει να αναγνωρίζουμε τις υποχρεώσεις μας προς τους άλλους και αντ' αυτού με τσαμπουκάδες και κουτοπονηριές πάμε να ξεγελάσουμε τους κουτόφραγκους, έγινε πια λαικό παραμύθι και κομπολογάκι για να βροντοχτυπούν οι εθνικές χάντρες. Αναρωτιέμαι τι εικόνα θα έχει αυτή η χώρα σε 10-15 χρόνια και τι θα λένε οι εθνικοί μύθοι γι αυτήν την περίοδο; Οτι τους την φέραμε ξανά ή θα έχουμε σοβαρευτεί, διατηρώντας το χιούμορ και την αγκαλιά μας ανοιχτή γι αυτούς και γι αυτά που αγαπάμε;

Σόλων Σαρακενίδης

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Οι δύο χρόνοι που τρέχουν



Γιάννης Βούλγαρης, Τα Νέα, 15/10/2011

Στην Ελλάδα τρέχουν σήμερα δύο χρόνοι: ο χρόνος της εθνικής αυτοδιάλυσης και ο χρόνος της αργής ανασύνταξης. Ο πρώτος χρόνος μετρά όσα ζούμε αυτές τις μέρες. Καταστάσεις οξύμωρες: οι συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ καταλαμβάνουν τα υπουργεία για «να διώξουν» την τρόικα, από την οποία εξαρτάται ο μισθός τους. Σε δεύτερη ανάγνωση όμως, εικονογραφούν απλώς το σημερινό ελληνικό αδιέξοδο καθώς η χώρα έχει παγιδευτεί στα δίχτυα της διεθνούς κρίσης και της εθνικής αυτοδιάλυσης. Η Ελλάδα ευνοήθηκε ώς πρόσφατα από την παγκόσμια αλληλεξάρτηση και την ευρωπαϊκή ενοποίηση καθώς κινήθηκε από την περιφέρεια στο κέντρο της ευρωπαϊκής διαδικασίας με ό, τι αυτό σήμαινε για την εθνική ασφάλεια, την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθεροποίησης της δημοκρατίας. Σήμερα ζει τις ίδιες εξελίξεις επώδυνα, βρισκόμενη στο χείλος της κατάρρευσης, περιμένοντας και πάλι την αναγκαία για την επιβίωσή της ενίσχυση «από τους ξένους», έναντι των οποίων διαθέτει μηδαμινή διαπραγματευτική δύναμη. Ακόμα μικρότερη είναι η πίεση που οι συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ μπορούν να ασκήσουν στην τρόικα. Οσο για διεκδικήσεις από το εθνικό Δημόσιο Ταμείο βρισκόμαστε στο «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Εχει διαμορφωθεί έτσι ένα θανατηφόρο μείγμα: η εθνική αδυναμία οδηγεί τις συντεχνίες στον παροξυσμό και ο συντεχνιακός παροξυσμός ενισχύει με τη σειρά του την εθνική αδυναμία σε έναν φαύλο κύκλο έτοιμο να εκραγεί. Τούτο το μείγμα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αυτοκαταστροφική λύση της επιστροφής στη δραχμή. Ως μη εμπρόθετο αποτέλεσμα, όπως λένε οι κοινωνικές επιστήμες, όταν αναλύουν τις περιπτώσεις εκείνες που οι δράσεις των επιμέρους ομάδων παράγουν ένα συνολικό αποτέλεσμα το οποίο καμία από αυτές δεν θα επέλεγε συνειδητά. Σωστά η πλειοψηφία της κοινωνίας απεύχεται μια τέτοια προοπτική γιατί βραχυχρόνια θα μετατραπούμε σε ζούγκλα και μακροπρόθεσμα σε ένα κράτος - παρία με αδύναμη οικονομία και μόνιμη γεωπολιτική ανασφάλεια σε έναν κόσμο που θα συνεχίζει να παγκοσμιοποιείται και να ενοποιείται «δίχως να κοιτάζει τη δικιά μας μελαγχολία».

Χρειάζεται να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο και ο χρόνος στην κλεψύδρα λιγοστεύει. Για να το κάνουμε χρειάζεται να ξεκινήσουμε από μια σκληρή αλλά ρεαλιστική διαπίστωση για την επόμενη (ας πούμε) δεκαετία. Θα είναι μία περίοδος λιτότητας, υψηλής ανεργίας και χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου. Ακόμα και αν επαληθευτεί το καλύτερο για μας σενάριο, η Ελλάδα θα κάνει χρόνια να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Η προοπτική της ανάκτησης εξαρτάται από τη βελτίωση της παραγωγικότητας της οικονομίας, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Αυτός ο σκοτεινός ορίζοντας των μεσοπρόθεσμων προσδοκιών θα αναπροσαρμόσει τις ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές, δράσεις και νοοτροπίες. Προς το παρόν η χώρα ζει και δρα με την ψευδαίσθηση, αν όχι τη συνειδητή αυταπάτη, ότι η απώλεια είναι πρόσκαιρη. Γι’ αυτό, παρά το βάθος της κρίσης, τα σπέρματα του νέου είναι ελάχιστα είτε κοιτάξουμε την πολιτική είτε την κοινωνία και την τέχνη. Σαν αυτή η χώρα να απώλεσε τα τελευταία χρόνια συσσωρευτικά κάτι βαθύτερο: τη διάθεση να λογαριαστεί με τα δύσκολα, τη ροπή στην αλλαγή, την ικανότητα αναστοχασμού.

Κι όμως, σε δέκα χρόνια η κρίση θα έχει περάσει και η ελληνική οικονομία θα έχει ορθοποδήσει. Κι αυτή η πιθανότητα αποτελεί τη δεύτερη, αισιόδοξη αυτή τη φορά, αφετηρία. Αν καταφέρουμε να αναποδογυρίσουμε τον χρόνο και κοιτάξουμε τον εαυτό μας από το μέλλον στο παρόν, θα μπορέσουμε να οργανώσουμε καλύτερα την πορεία από τα χαλάσματα στην ανασυγκρότηση. Γιατί τα στοιχήματα είναι μεγάλα: ποιο θα είναι το πρόσωπο της Ελλάδας τότε; Πόση διεθνή αξιοπιστία θα έχει ανακτήσει; Ποια κοινωνική συνοχή, ποιον πνευματικό δυναμισμό θα έχει; Ποιοι θα έχουν πληρώσει τι και πώς;Οι νέες πολιτικές, κοινωνικές, συνδικαλιστικές και πνευματικές ηγεσίες θα αναδειχτούν από αυτή τη διαδικασία και από τις απαντήσεις σε τέτοιες ερωτήσεις. Θα ξεχωρίσουν όσοι και όσες θα μπορέσουν μέσα στη σημερινή παραζάλη να βρουν τη στιγμή και τη δύναμη να βγάλουν για λίγο το κεφάλι έξω από το νερό και να στοχαστούν την προοπτική της επόμενης δεκαετίας, δείχνοντας μονοπάτια και ορόσημα προς το μέλλον. Στην αποστολή τους αυτή έχουν συνομιλητή και κριτή μια κοινωνική πλειοψηφία που συνειδητά ή ενστικτωδώς προσβλέπει ακόμα σε μια μοντέρνα Ελλάδα στο πλαίσιο της Ευρώπης. Μια πλειοψηφία παραζαλισμένη όμως, η οποία ενώ συνδυάζει στο νοητικό επίπεδο συνειδητά ή ενστικτωδώς, το εθνικό συμφέρον με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, πολιτικά φλερτάρει με συμπεριφορές που στην κατάληξή τους θα οδηγήσουν στην περιθωριοποίηση της χώρας. Αν όμως αυτή η πλειοψηφία εμπνευστεί και βρει σημεία αναφοράς, θα κινηθεί για να προστατεύσει τον εαυτόν της και την κοινωνία από την αυτοδιάλυση.Αυτό το κοινό κοινωνικό αίσθημα ξέρει τι περιμένει. Να συνθέσουμε τα υπολείμματα κυριαρχίας που μας έχουν μείνει σε ένα εθνικό σχέδιο ανόρθωσης που διευρύνει συνεχώς το περιθώριο αυτονομίας σε συνεργασία και όχι σε μετωπική σύγκρουση με τους ευρωπαίους εταίρους. Μόνο έτσι θα περισώσουμε το πολυτιμότερο σήμερα ηθικό - ιδεολογικό εφόδιο για την κοινωνική συνοχή και αντοχή: τον πατριωτισμό και την εθνική αξιοπρέπεια.

Ξέρει τι δεν περιμένει: ότι η κυβερνητική εναλλαγή θα προσφέρει λύση στο πρόβλημα. Γι’ αυτό ενθαρρύνει την ευρύτερη πολιτική συνεννόηση με οποιαδήποτε μορφή. Ενστικτωδώς καταλαβαίνει ότι είναι το αναγκαίο πλαίσιο για να υπάρξει αυτή η στιγμή της πολιτικής περίσκεψης και της στρατηγικής όρασης, που χάνεται στην καθημερινή βοή του μικροκομματισμού. Και δεν καταλαβαίνει γιατί σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να συμπέσει π.χ. στην καθιέρωση ενός νέου φορολογικού καθεστώτος, στην εκ βάθρων αλλαγή του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ή στην πολυσυζητημένη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.Ξέρει τι θέλει. Να υψώσει η Πολιτεία παράπλευρα φράγματα που θα αφήνουν τη διαμαρτυρία και την αγανάκτηση να κυλά στο μεταξύ, χωρίς όμως η βαρβαρότητα και η ανομία να κατακλύζουν την κοινωνία και τη ζωή μας. Η μεταπολιτευτική «κουλτούρα της διεκδίκησης» δεν παράγει πλέον ενεργούς πολίτες αλλά δυνάστες και εσχάτως νέους «ανθρωποφύλακες» όπως είδαμε στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Χρειαζόμαστε ένα ανασυγκροτημένο συνδικαλιστικό κίνημα και συνδικαλιστές ηγέτες με διαφορετική νοοτροπία.Ξέρει τι δεν θέλει: να συμβιώνει αδιάφορα με την εξαθλίωση που παράγει στα αστικά κέντρα, ιδίως στο Κέντρο της Αθήνας, η αύξουσα κοινωνική περιθωριοποίηση. Θα έβλεπε με ελπίδα οργανωμένες τοπικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες (ένα fast track κοινωνικής πρόνοιας, όπως εύστοχα έγραφε ο Κωστής Παπαϊωάννου, «ΤΑ ΝΕΑ» 13-10-2011).Ξέρει τι κατά βάθος επιζητεί: ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που θα αυξήσει την παραγωγικότητα της οικονομίας, ένα νέο κράτος πρόνοιας που θα ανταποκρίνεται στις επιδεινούμενες συνθήκες της υψηλής ανεργίας και της αυξημένης φτώχειας. Επιζητεί να δει ένα τέλος στις περικοπές χωρίς πολιτική και περιμένει μια πρόταση καταμερισμού σε βάθος χρόνου των αναπόφευκτων θυσιών με κοινωνική δικαιοσύνη και διαφάνεια. Ποιος χάνει τι, ποιος κερδίζει τι και άρα πόσο συνεισφέρει. Ο μεταπολιτευτικός κρατισμός έχει απαξιωθεί, αλλά υπάρχει συνείδηση ότι χωρίς καλύτερο κράτος και αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση η ελληνική επιχειρηματικότητα δεν θα καταφέρει να τραβήξει το κάρο.Στην Ελλάδα τρέχουν σήμερα δύο χρόνοι: ο χρόνος της εθνικής αυτοδιάλυσης και ο χρόνος της αργής ανασύνταξης. Το θέμα είναι ποιος θα κερδίσει.

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Αξιότιμη κυρία και κύριοι υπουργοί



του Γ. Προκοπάκη

Διάβασα με προσοχή το κοινό σας άρθρο. Η συγκυρία δημοσίευσής του είναι χαρακτηριστική. Ο φιλικός προς το ΠΑΣΟΚ τύπος, την ίδια μέρα δημοσιεύει επικήδεια αφιερώματα για το κόμμα σας και ο αρχηγός του κόμματος και πρωθυπουργός με άρθρα και συνεντεύξεις περιγράφει το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα, χρεώνοντας τα προβλήματα στον τρόπο διακυβέρνησης τα τελευταία τριάντα χρόνια και την άνδρωση του πελατειακού κράτους. Έτοιμος για την πατροκτονία στην οποία τον έχει καλέσει εδώ και καιρό ο διεθνής τύπος. Η πελατεία που υπήρξε επί δεκαετίες ο στυλοβάτης ενός άρρωστου πολιτικού συστήματος, με αμοιβαίο όφελος και εις βάρος της ελληνικής κοινωνίας, απειλεί να τραβήξει ολόκληρη τη χώρα στο άλμα στο κενό. Μπροστά στον κίνδυνο αυτό, επί τέλους βγαίνει ο πρωθυπουργός και μιλάει για το "δομικό" πρόβλημα, όπως κάνετε και σεις, πιο συγκεκριμένα και στοχευμένα όμως.
Ζητάτε την συμπαράσταση των πολιτών ώστε στις λίγες ημέρες ή εβδομάδες που απομένουν μέχρις αυτό που διαφαίνεται ή απειλείται να είναι η τελική λύση να μπορέσει η Ελλάδα να πείσει τους εταίρους και υποστηρικτές της χώρας ότι πραγματικά θέλει και ίσως μπορεί να σωθεί, ή μάλλον να περισώσει κάτι. Ζητάτε από τους πολίτες να βάλουν πλάτη στην αντιστροφή της τριακονταετούς πολιτικής του ΠΑΣΟΚ πέντε μόλις ημέρες πριν από την κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής. Αυτό που διστάζετε να εκστομίσετε είναι το πασιφανές: παρά το ότι η κυβέρνησή σας αντιμετώπισε μεν συσσωρευμένα προβλήματα, είχε όμως ως βασικό καθήκον τη διαχείριση της κρίσης με το μεγαλύτερο δάνειο που έχει δοθεί στην ιστορία και απέτυχε. Πολύ χειρότερα, όταν η διεθνής κοινότητα έστερξε με περισσότερη βοήθεια, η κυβέρνησή σας απέτυχε τόσο στη διαχείριση της κατάστασης με απίστευτους ερασιτεχνισμούς οι οποίοι τάχιστα μεταφράσθηκαν σε καταιγίδα ατελέσφορων βαρών προς τους πολίτες, όσο και στη διαμόρφωση πολιτικών όρων για μια κάποια διέξοδο που δεν θα διαλύει την κοινωνία. Αυτό που ζητάτε σεις και ο πρωθυπουργός σήμερα είναι όχι μόνο η αντιστροφή της πολιτικής δεκαετιών αλλά και η αντιστροφή της πολιτικής της κυβέρνησής σας μέχρι μόλις πριν μερικές εβδομάδες. Κάλλιο αργά παρά ποτέ!
Ας αφήσουμε την παρελθοντολογία και ας βάλουμε πρόθυμοι πλάτη. Σε ποιά πολιτική και με ποιούς στο τιμόνι; Ο πρωθυπουργεύων κ. Βενιζέλος βρίσκεται στη θέση του "διαχειριστή της κρίσης" μετά από αυτό που σήμερα μόλις ο φιλικός σας τύπος ονομάζει μίνι-πραξικόπημα του Ιουνίου. Είναι πασιφανές ότι το διακύβευμα του Ιουνίου δεν ήταν η αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης - από αστοχία σε λάθος πηγαίνουμε έκτοτε - αλλά η διαχείριση της διανομής του κόμματός σας εν όψει της λευκής πετσέτας που πέταξε ο καταρρέων (καταρρεύσας;) πρωθυπουργός και αρχηγός του κόμματός σας. Η διανομή των πασοκικών ιματίων δεν αφορά την κοινωνία, παρά μόνο σε δεύτερο ή τρίτο χρόνο. Η διαχείριση από τον Ιούνιο και μετά ξεκίνησε με την μεγαλοφυή κουτοπόνηρη προσπάθεια να κοροϊδέψουμε ή και να εκβιάσουμε την επάρατη Τρόικα, με αποτέλεσμα ακόμη και η, ερήμην (ευτυχώς!) της ελληνικής κυβέρνησης, διευθέτηση του Ιουλίου να μετατραπεί στον εφιάλτη που ζη η ελληνική κοινωνία τους τελευταίους μήνες. Η κουτοπόνηρη πολιτική υπόκλισης στα συντεχνειακά συμφέροντα με τα παιχνίδια σχετικά με την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου, το ενιαίο βαθμολόγιο-μισθολόγιο, τις εξαιρέσεις των ΔΕΚΟ από τα οριζόντια μέτρα, την πεισματική άρνηση μείωσης δαπανών, αλλά και σε κάθε αυτιστική "εθνικώς υπερήφανη" κραυγή για τη δημόσια περιουσία που επιβουλεύονται οι πάντες, την επιτροπεία που έρχεται, τις εγγυήσεις που ζητούν δανειστές μας. Η διαχείριση της κυβέρνησής σας είχε μέχρι πριν λίγες μόλις εβδομάδες πρωταρχικό μέλημα την προστασία των συντεχνιών εις βάρος της κοινωνίας. Να σας θυμίσω ότι στο Υπουργικό Συμβούλιο κάθεστε δίπλα σε Υπουργούς που μέχρι πολύ πρόσφατα είτε χωρίς αιδώ εξεθείαζαν ως διαμάντια της κοινωνίας και της πολιτικής αυτούς ακριβώς που σήμερα ζητάτε από την κοινωνία να τους απομονώσει, ή που επιχειρούσαν εκτός της αρμοδιότητάς τους να νοθεύσουν την δική σας προσωπική μεταρρυθμιστική προσπάθεια, ή που διατυμπάνιζαν στα πρωινάδικα την κόπωση των Υπουργών (!!!) και των Βουλευτών (!!!), ή που επιχειρούν με μια δημοψηφισματική ζαριά να παρακάμψουν το πρόβλημα ελλείμματος διακυβέρνησης με κίνδυνο να έλθει το απόλυτο χάος το οποίο σεις, με την παρέμβασή σας, επιχειρείτε να ανποτρέψετε (αναφέρομαι συγκεκριμένα στους κκ. Χρυσοχοίδη, Ρέππα, Κουκουλόπουλο, Καστανίδη - μόνο ως παραδείγματα που βγάζουν μάτι).
Οι πολίτες μπορεί να κατανοούν το πρόβλημα του κυβερνητικού κόμματος, τόσο συλλογικά όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Θα συμφωνήσετε όμως ότι δεν είναι δυνατόν να τεθεί το πρόβλημα του κάθε κουρασμένου Κουκουλόπουλου ή κάθε απογοητευμένης Τώνιας Αντωνίου πάνω από το συμφέρον της κοινωνίας. Ακόμη και για τους πολίτες που δεν θα ήθελαν την αποσάθρωση του κόμματός σας για το καλό της δημοκρατικής λειτουργίας.
Ας είμαστε όλοι ειλικρινείς. Η παρέμβασή σας δεν είναι μόνο έκκληση στους πολίτες να βάλουν πλάτη. Αν αυτή ήταν η πρόθεσή σας, θα ετίθετο στην κυβέρνηση και θα είχαμε τη συλλογική τοποθέτηση που θα άρμοζε στην περίπτωση. Εκτός εάν βέβαια υπάρχουν συνάδελφοί σας Υπουργοί οι οποίοι δεν προσυπογράφουν την έκκλησή σας! Η παρέμβασή σας είχε ως δεύτερο αποδέκτη τον πρωθυπουργό και τον πρωθυπουργεύοντα, κκ. Παπανδρέου και Βενιζέλο. Προς τους διαχειριστές είναι μια τριπλή κατάθεση: (α) προχωρήστε σε συγκρούσεις με την κοινή μας (σας, δηλαδή) πελατεία και θα στηρίξουμε, (β) θεωρούμε τη διαχείριση αναποτελεσματική και πρέπει να αλλάξει η ρότα, (γ) η διανομή των ιματίων του ΠΑΣΟΚ δεν έχει λήξει, εδώ είμαστε.
Ο κ. Βενιζέλος, ευφυής ών, τόπιασε αμέσως. Με τις δηλώσεις του σας καπέλλωσε, σας ενέταξε αμέσως στο στρατόπεδο των υποστηρικτών του, ευνούχισε την παρέμβαση. Αν είχατε οποιαδήποτε άλλη πρόθεση από το να ενισχύσετε την θέση Βενιζέλου, πρέπει κάτι να πείτε. Διαφορετικά εντάσσεσθε στην πολυπληθή ομάδα των άτολμων, πολιτικώς αφελών, πολιτικώς αναποτελεσματικών στελεχών του μεταπολιτευτικού κοινοβουλευτισμού μας. Ανεξαρτήτως προθέσεων, επί της ουσίας δεν διαφοροποιείσθε ιδιαίτερα από τους κκ. Καστανίδη, Ρέππα, Κουκουλόπουλο. Δυστυχώς για την κοινωνία αλλά και για σας και τις πολιτικές θέσεις που φαίνετε να πρεσβεύετε.
Αυτό το κείμενο γράφεται, εκτός από την αγωνία για την τύχη της κοινωνίας μας, από εκτίμηση για κάθε ένα εκ των τριών Υπουργών. Για την κα Διαμαντοπούλου γιατί έδειξε με το νόμο για τα ΑΕΙ/ΤΕΙ πώς θα έπρεπε να αντιμετωπίζει η εκτελεστική εξουσία τις μεταρρυθμίσεις μέσα σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο. Αταλάντευτη στις συντεχνίες, με πρωτόγνωσρη πολιτική ωριμότητα επ΄τυχε ευρύτατη συναίνεση - όχι γιατί δεν μπορούσε να "περάσει" το νόμο με τα κουκιά του ΠΑΣΟΚ, αλλά γιατί υποχωρώντας σε κάποια σημεία κατάφερε να αποκτήσει η ανώτατη εκπαίδευση ένα νόμο που θα σκεφθεί διπλά ο επόμενος υπουργός αν θα τον κάνει γιο-γιο. Ο κ. Ραγκούσης επέδειξε μια αταλάντευτη συνέπεια σε μια εκσυγχρονιστική/μεταρρυθμιστική πολιτική. Με τον "Καλλικράτη" τον μπουρδούκλωσαν σε κάποιο βαθμό, όμως η αποφασιστική του στάση στη νέα του θέση και μάλιστα ενάντια σε συναδέλφους του Υπουργούς είναι αξιέπαινη. Ο κ. Λοβέρδος είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση. Στην πρώτη υπουργική του θέση ήταν το ίδιο αντιμνημονιακός και προστάτης συντεχνειακών συμφερόντων. Από κάποια στιγμή όμως διιέγνωσε ότι η αυτοϋπονόμευση της προσπάθειας διάσωσης δεν οδηγεί πουθενά και με παρρησία εδήλωσε μια Δευτέρα μεσημέρι ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να ακολουθήσουμε το Μνημόνιο. Εντός ωρών, οι ες αεί δελφίνοι Διαμαντοπούλου και Βενιζέλος, ακολούθησαν ασθμαίνοντες. Σε σχέση με συναδέλφους του Υπουργούς, ο κ. Λοβέρδος έχει σημαντικές επιτυχίες, αν και όλοι όσοι γνωρίζουν τον χώρο της Υγείας λένε ότι θα μπορούσε να είχε κάνει πολύ περισσότερα. Ο κ. Λοβέρδος είναι το παράδειγμα που χρειάζεται η κοινωνία: από τον αυτισμό στην αναγνώριση της πραγματικότητας και την ενασχόληση με όποιες - όσες είναι αυτές - δυνάμεις έχει με τα προβλήματα του αντικειμένου του. Πρέπει να είναι παράδειγμα, ακόμη και εάν η στάση του είχε και την ιδιοτέλεια του πλασσαρίσματος στην κούρσα διαδοχής του καταρρέοντος Παπανδρέου. Επέδειξε σεβασμό προς την κοινωνία, καταθέτοντας μια διακριτή, μέχρι τότε, στάση εκτιθέμενος στην αντιμνημονιακή λαίλαπα.
Κυρία και κύριοι Υπουργοί,
Εάν η παρέμβασή σας στόχο είχε να επισείσει στους πολίτες τον κίνδυνο της καταστροφής με την τακτική που ακολουθούν οι πρώην πελάτες σας, δεν καταφέρατε ιδιαίτερα πράγματα. Το πρόβλημα της χώρας είναι το έλλειμμα διακυβέρνησης. Ο κόσμος αποσβολωμένος από τη λαίλαπα των άδικων, αρπακολλατζήδικων, ατελέσφορων μέτρων σιγά σιγά συνήθισε στην ιδέα της καταστροφής. Δεν έχει πια αντανακλαστικά. Όπως όταν 300 άνθρωποι παραλύουν τη χώρα ζητώντας από την άλλη πλευρά της πελατειακής σχέσης να τιμήσει το καταστροφικό συμβόλαιο της διαπλοκής τους με οποιοδήποτε κόστος για την κοινωνία, και η κοινωνία μένει απαθής, να είστε βέβαιοι ότι το ίδιοι απαθής θα μείνει όταν ανοίξουν 100 ή 1.000 κεφάλια. Η κοινωνία δεν χρειάζεται ηθικολογικά μανιφέστα - χρειάζεται πολιτική. Πολιτική που να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι η διακυβέρνηση Γ.Α. Παπανδρέου κάθε άλλο παρά στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Οι όποιες δικαιολογίες και ελαφρυντικά είναι αδιάφορα. Μετά τον Ιούνιο η διακυβέρνηση έχει πλέον χαρακτηριστικά ανερμάτιστης πολιτικής, ιδιαίτερα επικίνδυνης. Εάν λοιπόν η παρέμβασή σας είχε και κάποιον άλλο στόχο, λείπει το πολιτικό "δια ταύτα". Να σας βοηθήσω, αν μου επιτρέπετε.
1. Η διακυβέρνηση Παπανδρέου υπήρξε απολύτως αποτυχημένη. Ανεξαρτήτως προθέσεων. Με τις γνωστές από τη δεκαετία του 1980 προδιαγραφές διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, η αποτυχία ήταν προδιαγεγραμμένη. Αν υποθέσουμε ότι ο κ. πρωθυπουργός είδε επί τέλους το φως, πώς είναι δυνατόν να αλλάξει πορεία με το ίδιο προσωπικό;
2. Ο κ. Βενιζέλος έχει αποδείξει παγκοσμίως ότι είναι ο κατ' εξοχήν ακατάλληλος άνθρωπος να διαχειρισθεί την ελληνική κρίση. Είναι αδαής, τακτικιστής χωρίς καμιά στρατηγική με μόνη έγνοια να΄σπρώχνει κάτω από το χαλί κάθε πρόβλημα. Το μόνο που τον ενδιαφέρει όταν η σκόνη έχει γίνει πια χιονοστιβάδα είναι να να δικαιολογήσει τις αστοχίες του. Τις αστοχίες αυτές πληρώνει ο λαός με τα επαναλαμβανόμενα τσουνάμι ατελέσφορων μέτρων και με την επί μήνες πια πορεία σε κατάσταση απόλυτης αβεβαιότητας.
3. Η διαδοχή στην ηγεσία του ό,τι απομείνει από το ΠΑΣΟΚ είναι αδιάφορη. Βρείτε τα μεταξύ σας, με τον κ. Βενιζέλο, τον κ. Παπανδρέου και την κα Αντωνίου. Μοιράστε ο,τι θέλετε και όπως θέλετε, απομονώστε όμως το πρόβλημα διαχείρισης της ελληνικής κρίσης από τους εσωκομματικούς βυζαντινισμούς. Μη ξεχνάτε ότι μια συνεννόηση τεσσάρων ανθρώπων από το κόμμα σας έσωσε την Ελλάδα από την διακυβέρνηση από αστρολόγους. Βρείτε τα λοιπόν και αφήστε ήσυχους μ' αυτά. Στην ανάγκη δώστε το απομένον ΠΑΣΟΚ στον κ. Βενιζέλο - δεν υπάρχει κανείς άλλος που να το θέλει άλλως τε.
4. Όπως έχουν τα πράγματα, ενεχόμενες εκλογές περισσότερα προβλήματα θα δημιουργήσουν παρά θα λύσουν. όσον αφορά δε τα δημοψηφίσματα, μόνον οι επενδυτές της χρεοκοπίας είναι δυνατόν να μιλούν γι αυτά.
5. Η κυβέρνηση ως έχει και με τους εσωκομματικούς συσχετισμούς όπως έχουν διαμορφωθεί στην Κοινοβουλευτική σας Ομάδα είναι αδύνατον να προχωρήσει στις συγκρούσεις και τις τομές που απαιτεί η συγκυρία.
Τούτων δοθέντων, ας μιλήσετε πολιτικά για την πολιτική μπροστά στην απειλούμενη καταστροφή. Πιέστε και στην ανάγκη εκβιάστε πολιτικά για αλλαγή πλεύσης. Δηλώστε τα αυτονόητα, ότι δηλαδή όποια κι αν είναι η κατάληξη της Συνόδου Κορυφής της 23 Οκτωβρίου, η συγκεκριμένη ομάδα δεν μπορεί να αντεπεξέλθει - μόνη της τουλάχιστον. Ζητείστε συγκεκριμένα από συμπολίτες μας, πολιτικούς, τεχνοκράτες ή ό,τι άλλο, αποδεδειγμένα ικανούς και προσηλωμένους στην προσπάθεια σωτηρίας, να διαθέσουν εαυτούς. Μαζί τους μιλήστε στο λαό και περιγράψτε την πραγματικότητα της κατάστασης. Μαζί τους μιλήστε σε βουλευτές όλων των κομμάτων. Μαζί τους μιλήστε στον πρωθυπουργό και στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Να βρεθεί επί τέλους μια στοιχειωδώς επαρκής ομάδα διαχείρισης για το πρόβλημα της κοινωνίας μας, χωρίς βαρίδια και χωρίς κρυμμένη ατζέντα. Τότε θα πείσετε για τις προθέσεις σας και για την δυνατότητά σας να είστε μέρος της λύσης. Διαφορετικά θα κάνετε παρέα στους κκ. Ρέππα, Καστανίδη, Κουκουλόπουλο και τα άλλα παιδιά, με μερικούς παραπάνω Έλληνες να σας συμπαθούν ή να σας μισουύν λιγότερο. Οι δρόμοι είναι ανοιχτοί και χαραγμένοι. Η απόφαση δική σας.