Του Γιώργου Σιακαντάρη
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις πάνω από 15% των Ελλήνων δηλώνουν πως θα ψηφίσουν ένα από τα τρία κόμματα που εκφράζουν στον ένα ή τον άλλο βαθμό εθνικιστικές και κυρίως φοβικές έναντι του άλλου απόψεις. Αν σ’ αυτούς προσθέσουμε και πολλούς που διαχέονται στα δυο μεγάλα κόμματα και στα μικρότερα-πλην αυτό της ΔΗΜΑΡ- καθώς και τις απαντήσεις που δίνουν σ’ ερωτήσεις του τύπου ποιοι είναι υπεύθυνοι για την κρίση ή ακόμη στις ερωτήσεις της λεγόμενης εθνικής ταυτότητας, τότε φαίνεται πως περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες είναι φορείς μια εθνικιστικής και φοβικής ταυτότητας. Θα προσπαθήσω να δείξω πως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, αφού αυτή η ταυτότητα έχει προπολιτικά και όχι πολιτικά χαρακτηριστικά, στο βαθμό που αποκτάται στα σχολεία της απολιτικότητας και του μίσους κατά της γνώσης και όχι σ’ αυτά του πολιτικού ενδιαφέροντος.
Αλήθεια θα άξιζε μια συγκεκριμένη έρευνα για το ποιοί είναι αυτοί και ποια κοινωνικά στρώματα προσελκύουν οι ιδέες που υποστηρίζουν πως γι’ όλα τα δεινά αυτού του τόπου υπεύθυνος είναι γενικά και αόριστα ο καπιταλισμός, η επικίνδυνη πολιτικά και οικονομικά έννοια της κλεπτοκρατίας, η μασονία, οι Εβραίοι, η δήλωση Κίσινγκερ, οι ξένοι, οι κλέφτες πολιτικοί, οι προδότες διανοούμενοι, οι αργυρώνητοι σχολιαστές των μέσα σελίδων των μεγάλων εφημερίδων, οι τηλεαστέρες κ.λπ. Θα άξιζε μια έρευνα για να δούμε τα ταξικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά του διαρκώς διογκούμενου κόμματος του μίσους. Αναφέρομαι στο κόμμα που εκφράζει αισθήματα μίσους και θέλησης να εκδηλώσει προσωπική βία κατά όποιων θεωρούν πως η κοινωνία είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο από το να τη διαχωρίζεις στους Έλληνες και στους λιγότερο Έλληνες, στους πατριώτες και τους προδότες, στους αγνούς και στους βρώμικους, σε καθαρούς φίλους και ακόμη πιο καθαρούς εχθρούς.
Θα ήταν ευκταίο μια δημοσκοπική έρευνα να διασταυρώσει όλους αυτούς που πιστεύουν τα παραπάνω όχι μόνο με το τι ψηφίζουν, αλλά και με βάση αν διαβάζουν και τι διαβάζουν, αν πηγαίνουν στο σινεμά, θέατρο, αν παρακολουθούν εκθέσεις, τι βλέπουν στην τηλεόραση, ποιους ακούν στο ραδιόφωνο, αν επίσης ενδιαφέρονταν μέχρι την κρίση για το ποιους πολιτικούς έχουμε και ποια πολιτική ακολουθούσαμε, αν ενδιαφέρονταν με δυο λόγια για την πολιτική ως δραστηριότητα που σε συνθήκες δημοκρατικής νομιμότητας εκφράζει το ενδιαφέρον για το δημόσιο συμφέρον.
Κάνοντας μια υπόθεση εργασίας θα έλεγα πως όλοι αυτοί γεννήθηκαν στο έδαφος της απολιτικοποίησης, στο έδαφος της αδιαφορίας για τα κοινά, για το τι λένε οι εφημερίδες και οι σοβαροί διανοούμενοι που τώρα τους κατηγορούν για προδοσία. Το φίδι του κόμματος του μίσους, του μανιχαϊστικού πνεύματος, της κατάργησης του ουράνιου τόξου της πολύπλοκης κοινωνίας και πολιτικής γεννιέται στο έδαφος της απολιτικότητας. Ο προδότης πολιτικός, που μαθαίνουμε στα παιδιά μας να τον μουντζώνουν στις παρελάσεις, είναι ο πολιτικός που πριν μας άφηνε παγερά αδιάφορους, στο βαθμό που κατάφερνε να μας κάνει το ρουσφετάκι και σήμερα είναι προδότης γιατί δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τα ιδιοτελή μας συμφέροντα. Γιατί όταν ο απολιτικοποίητος ευνοείται από την πολιτική, τότε αδιαφορεί γι’ αυτήν και ενδιαφέρεται για τον πολιτικό του, αλλά όταν δεν εξυπηρετείται από την πολιτική, τότε εξοργίζεται απ’ αυτήν και μισεί τον πολιτικό του.
Όλο αυτό το ρεύμα των εξοργισμένων απολιτικοποίητων καμμένων, όλοι αυτοί που σήμερα βρίζουν το κράτος και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, φοβούνται μήπως και η ανοικτή κοινωνία καταλάβει το κράτος αποδυναμώνοντας έτσι αυτό που οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ως την πηγή της ασφάλειας. Φοβούνται αυτό που ονομάζεται φιλελεύθερη δημοκρατία και νεωτερικότητα, γιατί αυτή αποδιαρθρώνει το δήθεν ομογενοποιημένο κράτος- έθνος. Αυτή η ομογενοποίηση αποτελεί και τη βάση πάνω στην οποία ο θεωρητικός του ναζισμού Καρλ Σμίτ ορίζει την πολιτική ως τη σφαίρα που διακρίνεται ο εχθρός από τον φίλο. Η ομογενοποίηση των φίλων σε αντιδιαστολή με τον εσωτερικό και εξωτερικό εχθρό αποτελεί τη βάση για τη θεωρητική θεμελίωση του ναζισμού, αλλά και του κάθε κόμματος του μίσους, ανεξάρτητα αν αυτό κινείται στις παρυφές του δεξιού ή του αριστερού ριζοσπαστισμού.
Εξάλλου η έννοια του «αντάρτη» ως του σύγχρονου αντίπαλου της νεωτερικότητας και προασπιστή της εδαφικότητας δεν ανήκει στους οπαδούς του Τσε, αλλά στο ιδεολογικό οπλοστάσιο του ναζιστή Σμιτ. Το κοινό έδαφος της συνάντησης αριστερών και δεξιών «ανταρτών» είναι το αντιφιλελεύθερο πνεύμα τους. Ο Σμιτ άνοιξε τον δρόμο του εθνικισμού σε ορισμένους αριστεριστές που κατέληξαν σε καθαρά δεξιές, συντηρητικές θέσεις. Ο Σμιτ νομιμοποίησε την έννοια του αριστερού εθνικιστή, κάτι που για τον Ισπανό φιλόσοφο Σαβατέρ είναι συνώνυμο του άθεου ιερέα. Ο Σμιτ της πολιτικής ως το πεδίο που διαχωρίζονται οι εχθροί από τους φίλους και όχι ο Τσε, είναι ο γκουρού του σημερινού ελληνικού κόμματος του μίσους. Ο Σμιτ γέννησε το κόμμα του Καμμένου και του Δημαρά. Οι θεωρίες του διαχωρισμού σε εχθρούς και φίλους γεννούν τον ακροδεξιό της διπλανής πόρτας και στο έδαφος της αδιαφορίας για την πολιτική επωάζεται το αυγό του φιδιού του κόμματος του μίσους.
*Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι Κοινωνιολόγος- συγγραφέας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου